Η θέση του σταθμού του τρένου στα Μέγαρα θα επηρεάσει τη ζωή χιλιάδων ανθρώπων σε καθημερινή βάση και θα καθορίσει την εικόνα του κέντρου της πόλης σε βάθος δεκαετιών. Είναι προφανές ότι η απόφαση είναι κομβική για την εικόνα της πόλης στο μέλλον. Είναι προφανέστερο ότι η απόφαση έπρεπε να βασιστεί αποκλειστικά σε επιστημονικά κριτήρια.
Στο πλαίσιο αυτό, το Δημοτικό Συμβούλιο της πόλης όφειλε ν’ αποφασίσει πώς οραματίζεται το μέλλον της πόλης και σε ποιους άξονες θέλει να δώσει έμφαση. Τουρισμός, επισκεψιμότητα, διευκόλυνση της μετακίνησης στην Αθήνα των μόνιμων κατοίκων, ανάπτυξη του κέντρου της πόλης σε συγκεκριμένη κατεύθυνση είναι μερικές μόνο απ’ τις παραμέτρους που θα έπρεπε να ληφθούν υπόψη. Άλλες ανάγκες λ.χ. εξυπηρετεί η λειτουργία του σταθμού στο κέντρο της πόλης, άλλες πλησίον αυτού. Μετά τη λήψη της σχετικής απόφασης, θα έπρεπε ν΄ ανατεθεί η εκπόνηση μελέτης σε αρμόδιους επιστήμονες για ν’ αποφανθούν πού πρέπει να λειτουργήσει ο σταθμός για να υποστηρίξει τους σκοπούς αυτούς. Εάν δεν υπήρχε η βούληση αυτή, εναλλακτικά θα μπορούσε εξαρχής ν’ ανατεθεί η σύνταξη μελέτης που θα περιέγραφε τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα κάθε λύσης. Στη βάση αυτή, θα μπορούσε εν συνεχεία το Δημοτικό Συμβούλιο κι η τοπική κοινωνία να διαβουλευτούν και ν’ αποφασίσουν σε στέρεη βάση.
Κατά παράδοξο κι αντιεπιστημονικό τρόπο, δεν έγινε τίποτα από τα ανωτέρω. Ως δικαιολογία προβλήθηκε η έλλειψη χρόνου για την ανάθεση μελέτης, επιχείρημα ισχυρά αμφισβητούμενο, αφού κάλλιστα οι αρμόδιοι επιστήμονες θα μπορούσαν να παραδώσουν εγγράφως τα συμπεράσματά τους μέσα σε λίγες εβδομάδες. Αν υποτεθεί καλόπιστα ότι όντως αυτό δεν ήταν δυνατό, θα μπορούσε να γίνει το αυτονόητο: Διοργάνωση συναντήσεων, στις οποίες θα συμμετείχαν επιστήμονες που θα περιέγραφαν τα συν και τα πλην κάθε λύσης. Ούτε όμως αυτό έγινε κι εν τέλει η ενημέρωση του πολιτικού κόσμου του Δήμου και των πολιτών εναποτέθηκε στo διευθύνοντα σύμβουλο και σε συγκοινωνιολόγο του ΟΣΕ, οι οποίοι τάχθηκαν αναφανδόν υπέρ της επαναλειτουργίας του σταθμού του τρένου στην κεντρική πλατεία. Είναι αξιοσημείωτο ότι η γνώμη των εκπροσώπων του ΟΣΕ, μολονότι δε συνοδευόταν από καμία έγγραφη τεκμηρίωση, αντιμετωπίστηκε από πολλούς ως θέσφατο. Του ΟΣΕ που ένα χρόνο μετά τα Τέμπη παραμένει πιθανότατα ο πιο απαξιωμένος δημόσιος φορέας. Η όψιμη εμφάνιση, εξάλλου, στο δημόσιο διάλογο της γνωμοδότησης του έγκυρου καθηγητή κ. Γιαννόπουλου απέδειξε περίτρανα ότι αφενός υπήρχε αρκετός χρόνος για να εξασφαλιστεί αξιόπιστη επιστημονική αρωγή κι αφετέρου πώς αυτό έγινε τελικά αναίτια υπό ασφυκτικές χρονικές συνθήκες με αποτέλεσμα άλλος αριθμός δρομολογίων ανά ώρα ν’ αναγράφεται στη Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, άλλος στη γνωμοδότηση του κ. Γιαννόπουλου κι άλλος να έχει αναφερθεί από τους προαναφερθέντες εκπροσώπους του ΟΣΕ.
Έτσι, καταλήξαμε να υπάρχει διχασμός επί του θέματος στην κοινωνία, στο Δημοτικό Συμβούλιο, ακόμα κι ανάμεσα στη συμπολίτευση με αντιδήμαρχο π.χ. να είναι διαπρύσιος κήρυκας κατά της λειτουργίας του σταθμού στο κέντρο της πόλης. Είναι γλαφυρό ότι εκφράστηκαν πολυάριθμες απόψεις κι ιδέες, οι περισσότερες έχουσες ενδιαφέρον, όλες όμως διακρινόμενες απ’ την έλλειψη επιστημονικής απόδειξης. Όλοι μπορούμε να έχουμε δίκιο ή άδικο, ανάλογα με ποια κριτήρια θέτουμε ως προτεραιότητα. Το ελάχιστο που απαιτείται, όμως, είναι τα επιχειρήματα που προβάλλονται να είναι απολύτως ακριβή. Προβλήθηκε από πολλούς π.χ. ότι οι σταθμοί των τρένων βρίσκονται στο κέντρο των πόλεων στην Ευρώπη. Αυτό είναι εν μέρει αληθές: Οι σταθμοί των τρένων τόσο στις χώρες της δυτικής Ευρώπης όσο και στις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ, σε πρωτεύουσες κι επαρχία, είναι ως επί το πλείστον κεντρικά, λίγες εκατοντάδες μέτρα ή χιλιόμετρα απ’ την κεντρική πλατεία αυτών, όχι πάνω σε αυτή.
Κλείνοντας, θέλω να καταστήσω σαφές ότι εσφαλμένα παρουσιάστηκε η εικόνα ότι η διαφωνία έγκειται ανάμεσα σε αυτούς που είναι υπέρ της διέλευσης του τρένου κι εκείνους που τάσσονται κατά αυτής. Δεν υπάρχουν τρενομάχοι και τρενολάτρες. Κάθε νουνεχής κάτοικος της περιοχής είναι υπέρ της διέλευσης του τρένου. Για την ακρίβεια, δεν υπάρχει καν κόντρα ανάμεσα σ’ αυτούς που υποστηρίζουν την κατασκευή σταθμού στην κεντρική πλατεία, στο Φόρο, στα Γυμνάσια κοκ. Η μόνη κι ουσιαστική διαφοροποίηση είναι ανάμεσα σε αυτούς που πρεσβεύουν ότι η πόλη πρέπει αυστηρά να σχεδιάζει το μέλλον της τεχνοκρατικά και βασικό άξονα την επιστήμη κι αυτούς που θεωρούν ότι οι αποφάσεις μπορούν να λαμβάνονται και με πιο ελαστικά κριτήρια. Οι πρώτοι ηττήθηκαν για άλλη μια φορά. Ελπίζω το μέλλον ν’ αποδείξει ότι λήφθηκε η σωστή απόφαση, έστω και με ανορθόδοξο τρόπο.
Λευτέρης Ζ. Λαγός
Δικηγόρος – Διαμεσολαβητής
Πτυχιούχος Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών (τμήμα ΦΠΨ)
Υποψήφιος διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών