Του Χρίστου Γ. Ρώμα
Το ημερολογιακό έτος που διανύουμε μπορεί να χαρακτηριστεί αναντίρρητα ως το κατ΄εξοχήν έτος των εκλογών. Προηγήθηκαν ήδη οι εθνικές-βουλευτικές σε δύο φάσεις για την ανάδειξη του νέου εθνικού κοινοβουλίου και της κυβερνήσεως και αναμένουμε τώρα το φθινόπωρο τις νέες εκλογές για την ανάδειξη των στελεχών της τοπικής αυτοδιοίκησης, τους δημάρχους και τους περιφερειάρχες.
Από την αρχή της χρονιάς, λοιπόν, οι πολίτες γίνονται δέκτες της προσπάθειας των υποψηφίων να προβάλουν τα προσόντα τους, το πρόγραμμά τους –ή το πρόγραμμα της παράταξής τους-και, προπάντων, να διαφημίσουν την υπεροχή τους έναντι των ανταγωνιστών τους. Και είναι τόσα τα μέσα της προβολής τους σήμερα, από τον ημερήσιο και εβδομαδιαίο Τύπο έως τον ηλεκτρονικό, που, ομολογουμένως, είναι αδύνατο ο πολίτης να μπορέσει όλ’ αυτά να τα παρακολουθήσει.
Και έτσι, από τη μια υπερβολές, οι μεγαλοστομίες, οι εξιδανικεύσεις και οι ωραιοποιήσεις δεν έχουν τέλος, ενώ από την άλλη για την απερχόμενη διοίκηση η απόλυτη αποτυχία χρωματίζεται με τα πλέον μελανά χρώματα! Είναι, όμως, έτσι τα πράγματα;
Ας είμαστε ειλικρινείς. Η πείρα έχει δείξει ως τώρα ότι, κατά κανόνα, στον χώρο της τοπικής αυτοδιοίκησης, οι διαφορές από τον έναν ηγέτη στον άλλον δεν είναι θεαματικές, ή τουλάχιστον σημαντικές. Όλοι οι δήμαρχοι ή οι περιφερειάρχες καλύπτουν τις υπάρχουσες ανάγκες, συνεργάζονται με τους συναδέλφους τους πάνω σε γενικότερα αιτήματα υποδομών και πολιτισμού και εντάσσουν κάποια εξειδικευμένα έργα στο πλαίσιο της κυβερνητικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Άρα, η όλη δραστηριότητα των αρχόντων είναι κυρίως: οι δρόμοι, οι πλατείες, η καθαριότητα, η ύδρευση, οι εκδηλώσεις και η εξυπηρέτηση των πολιτών. Και όλ’ αυτά σε συνθήκες και πλαίσιο δημοκρατίας και νομιμότητας. Επομένως, η διαφορά του ενός ηγέτη από τον άλλο έγκειται στην αποτελεσματικότερη κάλυψη όλων αυτών των αναγκών, καθώς και στην εκμετάλλευση και σωστή χρήση των κονδυλίων, τα οποία χορηγεί η Ευρωπαϊκή Ένωση για προγράμματα τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης.
Συνεπώς, είτε στην προοπτική είτε στην αποτίμηση μιας πολιτικής ή των γεγονότων δεν έχουν θέση ούτε οι εξιδανικεύσεις ούτε η κατηγορηματική απαξίωση. Γι΄αυτό και όπου παρατηρούνται τέτοιες απολυτότητες, οι πολίτες κατά κανόνα, τις προσπερνούν με αδιαφορία…
Και λοιπόν; Δε θα πρέπει στις εκλογές ο πολίτης να ψηφίσει τον αξιότερο; Τι θα πρέπει να προσέξει; Μπορεί εύκολα να καταλήξει σε ένα πρόσωπο, αν το κίνητρό του δεν είναι η γνωριμία, το συναίσθημα, ή το συμφέρον;
Εδώ τα πράγματα είναι δύσκολα και συνδέονται με τη σοβαρότητα του υποψηφίου, το έργο του, τον προεκλογικό του λόγο και τη συνολική ακτινοβολία της προσωπικότητάς του.
Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, ο αείμνηστος φιλόσοφος και πρόεδρος της Δημοκρατίας, αναφέρει στα απομνημονεύματά του («Λογοδοσία μιας ζωής») ότι κατ΄επανάληψη αρνήθηκε στον τότε Πρωθυπουργό Κ. Καραμανλή να αναλάβει ως υπουργός είτε εσωτερικών είτε Προεδρίας της Κυβερνήσεως, καθώς δεν γνώριζε σε όλες τις πλευρές του το αντικείμενο αυτών και επιπλέον διαπίστωνε ότι θα αδυνατούσε να ασκήσει σφαιρική εποπτεία. Προσθέτει μάλιστα ότι ο υπουργός, ο νομάρχης ή ο δήμαρχος επιβάλλεται να γνωρίζει ο ίδιος τα θέματα, να επεμβαίνει παντού και να μην αφήνει το έργο αυτό στους συνεργάτες του. Γι’ αυτό και ο ηγέτης είναι ο ακοίμητος άρχοντας, ο οποίος αναλώνεται υπέρ των πολιτών.
Από όλα όσα ελέχθησαν ως τώρα συνάγεται ότι ο υποψήφιος άρχοντας, αν είναι σοβαρός και αξιοπρεπής άνθρωπος και δεν κινείται από μιαν ανόητη μωροφιλοδοξία, θα σταθμίσει πολλούς παράγοντες, προτού λάβει την απόφαση να διεκδικήσει το αξίωμα. Η γνώση του αντικειμένου και των προβλημάτων του είναι ο βασικός παράγων. Έπειτα η στάθμιση των προσωπικών του δυνάμεων και δυνατοτήτων είναι ο δεύτερος.
Τα σημαντικά εμπόδια εξάλλου (οικονομικά, κοινωνικά, αντιπολιτευτικά, κ.ά.) είναι εξίσου υπολογίσιμος παράγων. Έπειτα, προκύπτει ένα άλλο θέμα: η απερχόμενη διοίκηση τι έπραξε και τι παρέλειψε να κάνει; Άρα, το έργο που θα αναλάβει να φέρει εις πέρας ο ίδιος είναι ποσοτικό ή ποιοτικό; Και για το έργο αυτό υπάρχουν οι δυνατότητες, οι βοηθοί και οι εμπειρογνώμονες; Τέλος, όλα αυτά εντάσσονται σε ένα πρόγραμμα, που έχει εκπονήσει, ή θεωρεί ότι κάποια από τα εκτελούμενα έργα είναι ήσσονος σημασίας και επιβάλλεται να τους αλλάξει την προτεραιότητα;
Καταλήγοντας, μπορούμε να πούμε ότι ο υποψήφιος δήμαρχος ή ο περιφερειάρχης έχει χρέος, πριν ακόμη εμφανιστεί ενώπιον των ψηφοφόρων του και ζητήσει την ψήφο τους, να σταθμίσει όλους αυτούς τους σημαντικούς παράγοντες, που εκτέθηκαν περιληπτικά πιο πάνω, και με μετριοπάθεια και τεκμηριωμένο λόγο να τους πείσει ότι, αν εκλεγεί, θα προσφέρει θετικό έργο στην πόλη ή την περιφέρεια. Ακόμη, με σεμνότητα και ειλικρίνεια να καταξιώσει και να υποσχεθεί ότι θα το συνεχίσει και θα το ολοκληρώσει.
Έναν τέτοιο υποψήφιο άρχοντα προσδοκούν οι συνετοί και νοήμονες πολίτες, εφόσον, βέβαια, είναι ελεύθεροι από πάθη και συμφέροντα.