Γράφει ο Στέλιος Γκίνης
Είναι πράγματι σπουδαίο το να σκέπτεται κανείς ελεύθερα, αλλά είναι σπουδαιότερο να σκέπτεται σωστά! Παρεξηγούν πολλοί την έννοια της Δημοκρατίας, γιατί νομίζουν ότι ο καθένας μπορεί να κάνει ό, τι θέλει. Δεν σκέπτονται όμως σωστά, αν και ελεύθερα, αφού στη Δημοκρατία δεν κάνεις ό, τι θέλεις, αλλά αυτό που πρέπει σύμφωνα με τους νόμους.
Ένα μεγάλο σχολείο ήταν άλλοτε η μεγαρική κοινωνία. Υπήρχε αυστηρός έλεγχος για όλους και από …..όλους. Αλίμονο τότε σε όποιον ξεστράτιζε από τα πατροπαράδοτα. Του «κρεμάγανε» κουδούνια!Δεν τολμούσε να κυκλοφορήσει στα Μέγαρα με το φως της μέρας ένας μέθυσος άνδρας ή μια «ακουσμένη» γυναίκα», χωρίς… γιουχάισμα.
Αυτή η σκληρή και καμιά φορά άδικη χλεύη της μεγαρικής κοινωνίας, αυτός ο αμείλικτος έλεγχος, λειτουργούσε σαν δικλείδα ασφαλείας και τροχοπέδη σε κάθε ηθικό ξεπεσμό των πολιτών.
Έβλεπαν οι νέοι το διασυρμό του μπεκρή και για να μην πάθουν τα ίδια γινόντουσαν πιο εγκρατείς. Κάποιος πρέπει να μιλήσει στους νέους και στις νέες μας σήμερα για την εγκράτεια.
Ο κόσμος άλλαξε κι άλλαξαν οι καιροί. Ο καθένας μόνο για τον εαυτό του και τους δικούς του. Βάλαμε κλειδαριές ασφαλείας στις πόρτες και στις καρδιές μας. Η επικοινωνία τώρα έγινε… ηλεκτρονική, δηλαδή με το κινητό τηλέφωνο, με mails, με τον υπολογιστή. Πάψαμε να επικοινωνούμε ακόμη και στις διασκεδάσεις! Χαμηλώνουν τα φώτα και δυναμώνουν τόσο πολύ τους ήχους, που δεν μπορούμε να μιλήσουμε ούτε με το διπλανό μας. Και τώρα, όπως άλλοτε, έχομε εκπαίδευση, αλλά δεν έχουμε… παιδεία! Πώς να έχομε παιδεία με τη λειψή χρησιμοθηρική γνώση που προσφέρουμε στα παιδιά; Λογικά λοιπόν ο λαός μας, αρχικά ένιωσε μια αποστροφή προς κάθε τι πνευματικό, ωραίο, ηθικό και παλιό! Όπως ήταν επόμενο πρώτα ήρθε η πνευματική φτώχεια , φυσιολογικά ακολούθησε η ηθική κρίση και τώρα η οικονομική που έχουμε τώρα.
Η μεγαρική κοινωνία έγινε αδιάφορη και πολύ ανεκτική σε θέματα ηθικής. Έπαψε δηλαδή η κοινωνία μας να είναι ένα καλό σχολείο. Κανένας δεν ενδιαφέρεται να διορθώσει τα λάθη σου. Σκασίλα τους! Ο καθένας για τον εαυτό του.
Δεν ήταν όμως έτσι πάντα, γιατί άλλοτε με τα αθώα πειράγματα, οι συμπολίτες διόρθωναν τα λάθη των άλλων. «Για πες αλεύρι», έλεγαν σε όποιον ήθελαν να του θυμίσουν ένα λάθος του ή μια παράλειψη. Η απάντηση ήταν αυτό ή εκείνο σε… γυρεύει η συνέχεια της κοροϊδευτικής ατάκας «πες αλεύρι».
Ο Αριστοτέλης πίστευε και είχε δίκιο, ότι το πείραγμα είναι «καλυμμένη βρισιά ή προσβολή». Όμως με αυτά τα αθώα πειράγματα μπορείς να διορθώσεις τα λάθη και το χαρακτήρα κάποιου. Το ίδιο πίστευαν και οι Βυζαντινοί, «με το κεντρί, πιο καλά διδάσκεται ο πολίτης», έλεγαν με ένα γνωμικό τους.
Σήμερα ατάκες όπως το «πες αλεύρι» δε συνηθίζονται. Της μόδας είναι οι ατάκες των… διαφημίσεων.
Κρίμα και άδικο.