«Δεν γεννιόμαστε γυναίκες. Γινόμαστε γυναίκες.» γράφει η Simone de Beauvoir και εισήγαγε με τη φράση της αυτή ένα νέο δόγμα. Ενσάρκωσε με λίγες λέξεις την έννοια της εξέλιξης του γυναικείου φύλου. Η δική της Γυναίκα έπαυε να είναι ο σιωπηλός παρατηρητής των εξελίξεων. Η δική της Γυναίκα εκπροσωπούσε με δυναμισμό την δράση της μέσα στον 20ο αιώνα και διέθετε πια τα ερείσματα να σταθεί ολόρθη-παρά τη λιγοστή εμπειρία της στον κοινωνικό στίβο- μπροστά στις προκλήσεις της εποχής της. Γυναίκα γίνεσαι… αναζητώντας μια ταυτότητα που μέχρι τότε απλά δεν υπήρχε και στο εξής θα έδινε τη δική της μάχη να διαμορφωθεί μέσα από γυναικεία κινήματα, οργανώσεις, αλλά κυρίως μέσα από την καθημερινή τριβή με έναν αυστηρώς ανδροκρατούμενο κόσμο.
Η Γυναίκα συμπρωταγωνιστεί με τον Άνδρα στο προσκήνιο της Ιστορίας από τα μέσα του 20ου αιώνα και κυρίως στον αποκαλούμενο Δυτικό Κόσμο. Έως τότε ο ρόλος της στους σταθμούς της ιστορικής πορείας ήταν πρωτίστως υποδηλωτικός και σπανίως καθοριστικός. Έως τότε η παρουσία της Γυναίκας στα γεγονότα αποσιωπάται εντέχνως ή καλύπτεται επιμελώς από ένα πέπλο μυστικότητας όλων των αποχρώσεων από την διακριτικότητα και την αδιαφορία μέχρι την δολοπλοκία. Η Γυναίκα του παρελθόντος ορίζεται είτε ως ένα υποχείριο σαν τη Λουκρητία Βοργία, έρμαιο στα αμαρτωλά σχέδια του άμεσου περιβάλλοντος της, είτε ως ‘τέρας’ σαν τη Κλυταιμνήστρα ή τη Λαίδη Μακμπέθ, όταν ενσαρκώνει οποιαδήποτε φιλοδοξία. Δεν είναι τυχαίο ότι στην ελληνική μυθολογία τα τερατόμορφα πλάσματα είναι στην πλειοψηφία τους γένους θηλυκού.
Η ‘χρησιμότητα’ της γυναικείας φύσης ταυτίζεται με την έννοια της εθελούσιας θυσίας. Κάθε παρέκκλιση από το πρότυπο αυτό θεωρείται αντικαθεστωτική και τιμωρείται σκληρά. Ο ύμνος στη γυναίκα έρχεται μέσα από την Αντιγόνη του Σοφοκλή. Η κόρη του Οιδίποδα αψηφά το νόμο, που επιβάλλεται με τη βία από τον τύραννο Κρέοντα. Η ίδια θα καταστεί με τη δράση της μέτρο δικαίου. Συγκινεί με το ηθικό της κάλλος, όμως και πάλι σαν γυναίκα αδυνατεί να ανατρέψει τις συνθήκες. Το πράττει μόνο με τον απόηχο της εθελούσιας θυσίας της. Στην Αυλίδα η Ιφιγένεια θυσιάζεται για να εξευμενιστούν οι θεοί, ενώ η Ελένη καταδικάζεται με τα πιο σκληρά και επαίσχυντα λόγια, αφού αποτέλεσε την αιτία του πολέμου. Στα χριστιανικά χρόνια η θυσία είναι το μόνο εισιτήριο της γυναίκας στην αγιοσύνη. Πόσα κείμενα αγίων γυναικών διασώζονται; Μόνο κάποιες ελάχιστες αποσπασματικές αναφορές στην πνευματικότητα τους και αναρίθμητες στη φρίκη του μαρτυρίου τους.
Λίγο αμφισβητείται το γεγονός ότι η γυναίκα εξορίστηκε από την Ιστορία. Όταν διεκδίκησε την πρόσβαση στην μόρφωση, κατηγορήθηκε για ανηθικότητα κι αντιμετωπίστηκε ως πολέμιος της κοινωνίας που σπείρει ‘καινά δαιμόνια’. Γνωστή είναι η περίπτωση της Υπατίας. Δίδαξε φιλοσοφία και αστρονομία στη νεοπλατωνική σχολή της Αλεξάνδρειας. Ωστόσο, ο ορθός λόγος και η επιστημονική έρευνα ήταν καρποί αυστηρά απαγορευμένοι και σκανδαλώδεις για τον 4ο μ.Χ. αιώνα. Το έργο της Υπατίας κυριολεκτικά κάηκε στην πυρά του χριστιανικού μεσαίωνα, που τότε άρχισε να εδραιώνεται αντικαθιστώντας με τον δογματισμό κάθε απόπειρα ελεύθερης σκέψης. Η ίδια η φιλόσοφος κατηγορήθηκε ως μάγισσα και βρήκε φριχτό θάνατο με διαμελισμό. Υπολογίζεται ότι ως τον 18ο αιώνα 60-100.000 γυναίκες θανατώθηκαν με την κατηγορία της μαγείας. Πρόκειται για τη συστηματικότερη τακτική εξόντωσης της γυναικείας πνευματικότητας στην Ευρώπη. Αποδοχή και παραίτηση είναι η μόνη αποδεκτή μοίρα για τις γυναίκες. Ακόμα και λαμπρά παραδείγματα γενναιότητας και ελευθεροφροσύνης, όπως η Ιωάννα της Λορένης, στηλιτεύονται στην εποχή τους και δεν αναγνωρίζονται παρά μετά από αρκετούς αιώνες.
Η γυναίκα ταπεινώθηκε αλλά και υμνήθηκε από την Τέχνη. Ο Δάντης γράφει ‘Γυναίκα, το πλάσμα μιας ώρας’ και ο Ζοακίμ ντι Μπελέ φτάνοντας στα άκρα του μισογυνισμού αναφέρει ‘Επειδή ο Θεός δεν κάνει ποτέ λάθη, εύκολο είναι να καταλάβουμε ποιος έπλασε τη γυναίκα’ . Στον αντίποδα ο Ντοστογιέφσκι παρατηρεί ‘Οι γυναίκες είναι ικανές απ’ το μηδέν να κάνουν το παν’. Η παρουσία τους στο καλλιτεχνικό στερέωμα αποτυπώνεται κατεξοχήν μέσα από την αρσενική οπτική. Η γυναίκα σπάνια τολμά να αφήσει τα δικά της ίχνη στην τέχνη πάντα ορμώμενη από την έσχατη ανάγκη της για αυθεντική έκφραση. Η Τζέιν Ώστεν δημοσίευε ανώνυμα και το έργο της ποιήτριας Έμιλι Ντίκινσον παρέμεινε άγνωστο μέχρι το θάνατο της.
Εξαίρεση αποτελούν οι γυναίκες που κατέχουν βασιλική εξουσία. Στα χρόνια του απολυταρχισμού η ‘ελέω Θεού μοναρχία’ και η άμεση συγγένεια εξ’ αίματος θεωρούνται στοιχεία σαφώς καθοριστικότερα από το φύλο του μονάρχη. Στα χρόνια της Ελισάβετ Α’ η Αγγλία θα γνωρίσει το θρησκευτικό διχασμό, εσωτερικούς πολέμους διαδοχής της άτεκνης βασίλισσας και την ισπανική απειλή. Η Ελισάβετ θα ανταποκριθεί σε όλες τις προκλήσεις με την ίδια πυγμή και σύνεση ενός αρσενικού ηγεμόνα χωρίς σκεπτικισμό απέναντι στην πρόοδο και την αλλαγή. Ανάλογης αίγλης και δυναμικής ήταν η βασιλεία της Μεγάλης Αικατερίνης της Ρωσίας, η οποία χάρισε στο λαό της μια μακρά περίοδο ευημερίας και στους Έλληνες τη σπίθα για την εθνική τους παλιγγενεσία με τη συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή.
Το σκηνικό αρχίζει να αλλάζει αργά αλλά σταθερά με την άνοδο του προτεσταντισμού στην βόρεια Ευρώπη. Η προτεσταντική ηθική παρουσιάζεται ως περισσότερο φιλελεύθερη και ανεκτική σε σχέση με τα αταλάντευτα αυστηρά ήθη του καθολικισμού, που είχαν εμπνεύσει θεσμούς όπως η Ιερά Εξέταση. Η μεσαιωνική δαιμονοποίηση του θηλυκού στοιχείου αρχίζει να ξεθωριάζει. Μεγαλύτερη ώθηση προς την κατεύθυνση αυτή θα δοθεί με το κίνημα του Διαφωτισμού. Ο φιλελευθερισμός, ο ορθολογισμός, η επιστήμη είναι ιδέες που μπορούν πλέον να ψιθυριστούν και από γυναικεία χείλη ανοίγοντας δύσκολα και αργά το δρόμο προς τον σύγχρονο κόσμο.
Στην Ευρώπη το τελικό βήμα προς τη χειραφέτηση θα γίνει μόλις τον 20ο αιώνα μέσα σε συνθήκες βίας και ανάγκης. Η σκληρή πραγματικότητα των δύο παγκοσμίων πολέμων θα οδηγήσει μαζικά τη γυναίκα στην αγορά εργασίας. Η έξοδος της από το σπίτι και η εξάντληση της παραγωγικότητας της στα πλαίσια μιας αμιγώς καπιταλιστικής οικονομίας θα προκαλέσει μια σειρά από αλυσιδωτές ενέργειες. Ωστόσο, αν και η γυναίκα εργάζεται το ίδιο ωράριο με τον άνδρα, αμείβεται λιγότερο. Παράγει για μια κοινωνία, μέσα στην οποία δεν διαθέτει δικαίωμα ψήφου. Διεκδικεί δυναμικά την απεμπλοκή της από τον ρόλο το σιωπηλού και αδρανούς παρατηρητή. Η γυναίκα συνδικαλίζεται, αναλαμβάνει πολιτική δράση και διεκδικεί ισότητα και συμμετοχή. Οι Σουφραζέτες της Έμελυ Πάνκχερστ συλλαμβάνονται στο Λονδίνο με αφορμή την ‘παράλογη’ απαίτηση τους για δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες. Όμως, το ποτάμι της εξέλιξης δε γυρίζει πίσω.
Η Διεθνής Ημέρα της Γυναίκας γιορτάστηκε πρώτη φορά το 1909 με πρωτοβουλία του Σοσιαλιστικού Κόμματος των Ηνωμένων Πολιτειών και καθιερώθηκε επίσημα το 1975 από τον ΟΗΕ ως ημέρα αφιερωμένη στον αγώνα των γυναικών για ίσα δικαιώματα. Στις 8 Μαρτίου 1857 οι εργάτριες στην κλωστοϋφαντουργία της Νέας Υόρκης βγήκαν στους δρόμους διαμαρτυρόμενες για τις απάνθρωπες συνθήκες εργασίας. Ο απόηχος της δυναμικής τους ενέργειας αποτέλεσε το βατήρα για να διεκδικήσει η σύγχρονη γυναίκα το σεβασμό που της αρμόζει. Πρόκειται για έναν διαρκή αγώνα που θα συνεχίζεται όσο παραβιάζονται η αξιοπρέπεια και τα δικαιώματα του γυναικείου πληθυσμού του πλανήτη. Όμως, όπως μας θυμίζει ο Γκαίτε ‘Μόνο εκείνος που διαρκώς αγωνίζεται μπορεί να λυτρωθεί’.