Κοινωνία

Συμπολίτης μας έσωσε θηλυκό βραχοκιρκινέζι

 

Ευαισθητοποιημένος συμπολίτης μας από το Ήρεμο Κύμα Μεγάρων περιμάζεψε στις 24/02/2015 ένα πληγωμένο θηλυκό βραχοκιρκινέζι στο οποίο και παρείσχε τις πρώτες βοήθειες.

Την επόμενη ημέρα, σε συνεργασία με μέλος του Φορέα Προστασίας Βουρκαρίου, το άτυχο πτηνό μεταφέρθηκε στο Κέντρο Περίθαλψης Άγριας Ζωής “ΑΝΙΜΑ” στην Καλιθέα όπου και παρέμεινε για θεραπεία στα έμπειρα χέρια των υπευθύνων του Κέντρου κυριών Γανωτή και Αλευρά καθώς διαγνώστηκε κάταγμα στο βραχιόνιο.

braxokirnezoi

 

Πηγή: http://www.vourkari.blogspot.gr/

 

Τι είναι το Βραχοκιρκίνεζο

 

Το Βραχοκιρκίνεζο (επιστημονική ονομασία Falco tinnunculus) είναι είδος γνήσιου  γερακιού (γένος Falco), που απαντά και στον ελλαδικό χώρο.

Το είδος περιλαμβάνει 12 υποείδη. Στην Ελλάδα απαντά το υποείδος F. t. tinnunculus (Linnaeus, 1758).

Τα βραχοκιρκίνεζα της Ευρώπης, κατά τη διάρκεια των παγετώνων της Τεταρτογενούς Περιόδου διέφεραν ελαφρά σε μέγεθος από το σημερινό πληθυσμό και, μερικές φορές, αναφέρονται ως παλαιοείδος paleosubspecies F.t.atavus. Τα απολιθώματα αυτών των πτηνών, τα οποία προφανώς ήσαν οι άμεσοι πρόγονοι των σημερινών F.t.tinnunculus (και ίσως και άλλων υποειδών), βρίσκονται σε όλη την -τότε- μή καλυπτόμενη από πάγους Ευρώπη, από την Πλειόκαινο Εποχή (ELMA Villanyian / ICS Piacenzian, MN16) περίπου 3 εκατομμύρια χρόνια πριν, έως τη Μέση Πλειστόκαινο (Saalian) παγετωνική Εποχή, η οποία έληξε περίπου 130.000 χρόνια πριν, και που έδωσε τελικά τα πτηνά που ζουν σήμερα.[4]

Το βραχοκιρκίνεζο (αναφερόμενοι στο Falco tinnunculus γενικότερα) είναι ένα ευρύτατα διαδεδομένο είδος, που απαντά σε ολόκληρο σχεδόν τον Παλαιό Κόσμο. Μάλιστα, τελευταίες αναφορές δείχνουν ότι, υπάρχει πιθανότητα αποίκησης νέων, πολύ απομακρυσμένων περιοχών, όπως στη Μικρονησία, αλλά θα χρειαστεί καιρός μέχρι να εξακριβωθεί εάν πρόκειται για μόνιμα άτομα ή τυχαίους, περιπλανώμενους επισκέπτες.[5]

Στην Ελλάδα το βραχοκιρκίνεζο απαντά καθ’όλη τη διάρκεια του έτους, ως επιδημητικό πτηνό. Επειδή, όμως, η χώρα αποτελεί μεταναστευτικό πέρασμα προς την Αφρική, υπάρχει ανάμιξη πληθυσμών, είτε πρόκειται για άτομα που παραμένουν μονίμως εδώ, είτε για μεταναστευτικά πουλιά βορειότερων περιοχών που έρχονται να φωλιάσουν στη χώρα.

Το βραχοκιρκίνεζο είναι από τα κοινότερα και ευκολότερα προσαρμόσιμα γεράκια της ελληνικής πανίδας. Πρόκειται για πτηνό των πεδινών και ανοιχτών οικοτόπων, όπως οι ερεικώνες,οι θαμνώδεις εκτάσεις και ελώδεις περιοχές. Δεν απαιτεί δάση, εφόσον υπάρχουν εναλλακτικές για κούρνιασμα και φωλιές, όπως πέτρες ή κτίσματα. Ευδοκιμεί εύκολα σε άδενδρες περιοχές, όπου υπάρχουν άφθονα ποώδη φυτά και θάμνοι για να υποστηρίξουν έναν πληθυσμό θηραμάτων.

Επίσης, τα βραχοκιρκίνεζα προσαρμόζονται εύκολα στην ανθρώπινη παρουσία (γεγονός που τους κοστίζει ακριβά, πολλές φορές), όσο υπάρχουν επαρκείς εκτάσεις βλάστησης, και μπορεί ακόμη και να βρεθεί σε υγρότοπους, χερσότοπους και άγονα μέρη, σε υψόμετρα από τη θάλασσα μέχρι τις υψηλότερες οροσειρές.

Το βραχοκιρκίνεζο, όπως και όλα σχεδόν τα γεράκια, εμφανίζει φυλετικό διμορφισμό, ιδιαίτερα στους χρωματισμούς.

  • Μήκος σώματος: 30-39 εκατοστά.
  • Άνοιγμα πτερύγων: 65-84 εκατοστά.
  • Βάρος (αρσενικό): 136-155-(252) γραμμάρια.
  • Βάρος (θηλυκό): 154-185-(314) γραμμάρια.[6]

Αρσενικό: Κεφάλι, τράχηλος και ουρά γκρίζα-μπλέ (η ουρά με πλατιά μαύρη οριζόντια λωρίδα στην κάτω επιφάνεια). Ράχη καστανοκόκκινη με μαύρες κηλίδες. Κάτω μέρος ωχρόξανθο με σκούρες καφέ πιτσιλιές.

Θηλυκό: Κεφάλι, ράχη, τράχηλος και ουρά καστανοκόκκινα με χαρακτηριστικές μαυροκαφέ ραβδώσεις (η ουρά με αχνή σκουρόχρωμη οριζόντια λωρίδα στην κάτω επιφάνεια). Κάτω μέρος ωχρόξανθο με σκούρες καφέ πιτσιλιές.

Το κήρωμα είναι κίτρινο, ενώ υπάρχουν χαρακτηριστική μαύρη ταινία στα μάγουλα, κάτω από τα μάτια και χαρακτηριστικός κίτρινος δακτύλιος γύρω από τα μάτια.

Όταν κυνηγάει, το βραχοκιρκίνεζο χρησιμοποιεί τις τεχνικές του γυροπετάγματος (soaring), εκμεταλλευόμενο τα θερμικά ανοδικά ρεύματα, και της αιώρησης (hovering), περίπου 10-20 μέτρα πάνω από το έδαφος. Ειδικά η δεύτερη τεχνική, αποτελεί ένα βασικό διαγνωστικό του χαρακτηριστικό, διότι την χρησιμοποιεί πολύ συχνά.

Μπορεί συχνά να βρεθεί στο κυνήγι, κατά μήκος των πλευρών δρόμων και αυτοκινητοδρόμων. Το βραχοκιρκίνεζο είναι σε θέση να βλέπει σε μήκη κύματος κοντά στο υπεριώδες φως, που επιτρέπει στα πουλιά να εντοπίζουν τα ίχνη που αφήνουν τα ούρα των τρωκτικών στα λαγούμια τους και λαμπυρίζουν κάτω από το ηλιακό φως.[8]

Μία άλλη (λιγότερο εμφανής) τεχνική, είναι να κουρνιάζει λίγο ψηλότερα από το έδαφος, όταν το επιτρέπει η τοπογραφία της περιοχής και, όταν το θήραμα κινηθεί προς τα εκεί, εφορμά.

Το τυπικό κοινό θήραμα του βραχοκιρκινεζιού είναι τα μυόμορφα τρωκτικά, παντός είδους: ποντίκια, αρουραίοι, τυφλοπόντικες, μυγαλές, μυωξοί κ.λ.π., κάνοντάς το, ένα από τα χρησιμότερα πτηνά για τη γεωργία.

Όταν τα θηλαστικά είναι συχνά λιγοστά, τα μικρά πουλιά – κυρίως στρουθιόμορφα – μπορεί να αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος της διατροφής του[9], ενώ αποτελούν τη μόνη σημαντική τροφή κατά τη διάρκεια κάθε καλοκαιριού, όταν αφθονούν οι ανεκπαίδευτοι νεοσσοί. Άλλα κατάλληλου μεγέθους σπονδυλωτά, όπως οι νυχτερίδες, βάτραχοι και σαύρες τρώγονται μόνο σε σπάνιες περιπτώσεις. Ωστόσο, τα βραχοκιρκίνεζα σε νότια γεωγραφικά πλάτη, φαίνεται να δίνουν ιδιαίτερη προτίμηση στις σαύρες, ενώ εποχιακά, τα αρθρόποδα μπορεί να είναι το κύριο θήραμα.[6]

Το βραχοκιρκίνεζο ξεκινά την αναπαραγωγή του την Άνοιξη (από τον Μάρτιο), ή κατά την έναρξη της εποχής της ξηρασίας στους τροπικούς.

Προτιμάει να φωλιάζει σε κοιλότητες, τρύπες στα βράχια ή σε δέντρα (σπανιότερα), αλλά όταν βρίσκεται σε κατοικημένες περιοχές, συχνά φωλιάζει σε κτήρια. Γενικά, μπορεί να επαναχρησιμοποιεί τις παλιές φωλιές από κορακοειδή (κουρούνες, καρακάξες), αν είναι διαθέσιμες.

 

Η γέννα είναι συνήθως (3-)4-6(-7) αυγά, μπορεί όμως να αυξηθούν, εάν καταστραφούν κάποια από αυτά. Η επώαση διαρκεί περίπου 4 εβδομάδες και την αναλαμβάνει μόνο το θηλυκό. Το αρσενικό είναι υπεύθυνο για την τροφοδότηση του με τροφή και, για κάποιο χρονικό διάστημα μετά την εκκόλαψη, αυτό εξακολουθεί να συμβαίνει.

Αργότερα, και οι δύο γονείς μοιράζονται το μεγάλωμα των νεοσσών και το κυνήγι, μέχρι αυτοί να πετάξουν, μετά από 4-5 εβδομάδες. Η οικογένεια μένει κοντά για μερικές εβδομάδες, μέχρι και ένα μήνα περίπου, διάστημα κατά το οποίο οι νεοσσοί μαθαίνουν πώς να φροντίσουν τον εαυτό τους. Τα νεαρά γίνονται σεξουαλικά ώριμα την επόμενη περίοδο αναπαραγωγής.[6]

Το βραχοκιρκίνεζο είναι το κοινότερο ημερόβιο αρπακτικό στην Ελλάδα και η γενική του κατάσταση είναι καλή. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι η λαθροθηρία με σκοπό την ταρίχευση, ενώ αποτελεί εύκολο στόχο, λόγω της σχετικής αφθονίας του, της συγκατοίκησής του με τον άνθρωπο και της ιδιαίτερης τεχνικής του να αιωρείται (hovering).

Συμπεριλαμβάνεται στα είδη του Παραρτήματος ΙΙ της Σύμβασης της Βέρνης για τη διατήρηση της ευρωπαϊκής άγριας ζωής και των φυσικών βιοτόπων.[10]

Άλλες λόγιες ονομασίες είναι Ιέραξ ο βραχοδίαιτος, Ιέραξ ο γνήσιος και Ιέραξ ο μικρός.[11]

Στον ελλαδικό χώρο, το Βραχοκιρκίνεζο απαντά και με τις ονομασίες Αερογάμης, Ανεμογάμης, Καντ(δ)ηνέλι (Κάσος), Νταμαρογέρακο, Πετρογέρακας (Άνδρος), Πετρογέρακο και Πετροκιρκινέζι.

Είναι, πιθανότατα, το πτηνό Κεγχρηίς (ή Κέρχνη) των αρχαίων Ελλήνων.[11]

 

 

Πηγή: wikipedia

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

My Grand Road: Πατίνι με Ασφάλεια στην 12η Έκθεση Μεγάρων γη

Νέο ωράριο στα σούπερ μάρκετ

Ηλεκτρονικό Μητρώο Πολιτών για μείωση της γραφειοκρατίας