ΣημαντικότεραΥγεία

“Ο σώζων εαυτόν σωθήτω”

γράφει ο Πνευμονολόγος

Ελευθέριος Κ. Παπαλευθέρης

 

Μετά την καταγραφή διψήφιου αριθμού κρουσμάτων στο Δήμο μας που στην πραγματικότητα πιθανόν να είναι και τριψήφιος, είναι αναγκαίο να προστατέψουμε και να προστατευθούμε.

Συγκεκριμένα, αξιολογούμε τα συμπτώματα:

  • βήχας
  • πυρετός
  • δύσπνοια
  • αιφνίδια εκδήλωση ανοσμίας, αγευσίας ή δυσγευσίας
  • επιπρόσθετα λιγότερο ειδικά συμπτώματα περιλαμβάνουν: κεφαλαλγία, ρίγος, μυαλγίες, καταβολή, έμετο και διάρροια.

Ταξινόμηση κρουσμάτων

 Ύποπτο κρούσμα: Ασθενής που πληροί τα κλινικά κριτήρια

 Πιθανό κρούσμα: Ασθενής που πληροί τα κλινικά κριτήρια και ένα επιδημιολογικό κριτήριο

Επιβεβαιωμένο κρούσμα: Άτομο που πληροί τα εργαστηριακά κριτήρια Ως «επαφή» κρούσματος λοίμωξης COVID-19 ορίζεται άτομο που είχε ιστορικό επαφής με επιβεβαιωμένο κρούσμα COVID-19 εντός χρονικού διαστήματος πουκυμαίνεται από 48 ώρες πριν την έναρξη συμπτωμάτων του κρούσματος έως και 10 ημέρες μετά την έναρξη των συμπτωμάτων του κρούσματος.

Ανάλογα με το επίπεδο της έκθεσης, οι επαφές του κρούσματος κατηγοριοποιούνται σε:

 Α. Στενές επαφές (έκθεση υψηλού κινδύνου)

Ως στενή επαφή επιβεβαιωμένου κρούσματος λοίμωξης COVID-19 ορίζεται:

  • άτομο που είχε επαφή πρόσωπο με πρόσωπο με ασθενή με COVID-19 σε απόσταση < 1,5 μέτρου και για ≥ 15 λεπτά και χωρίς χρήση μάσκας και από τους δύο.
  • άτομο που είχε άμεση σωματική επαφή με ασθενή με COVID-19 χωρίς εφαρμογή μέτρων προφύλαξης.
  • άτομο με επαφή με μολυσματικές εκκρίσεις ασθενή με COVID-19 χωρίς εφαρμογή μέτρων προφύλαξης.
  • άτομο που παρέμεινε σε κλειστό χώρο (π.χ. αίθουσα συσκέψεων, χώρο αναμονής κλπ.) με ασθενή με COVID-19 για περισσότερο από 15 λεπτά και χωρίς χρήση μάσκας και από τους δύο.
  • άτομο που παρείχε άμεση φροντίδα σε ασθενή με COVID-19 χωρίς λήψη ή επί αστοχίας των ενδεδειγμένων μέτρων ατομικής προστασίας.

 

Β. Επαφές (έκθεση χαμηλού κινδύνου)

Ως επαφή επιβεβαιωμένου κρούσματος χαμηλού κινδύνου COVID-19 ορίζεται:

  • άτομο που είχε επαφή πρόσωπο με πρόσωπο με ασθενή με COVID-19 εντός 1,5 μέτρου και για < 15 λεπτά.
  • άτομο που παρέμεινε σε κλειστό χώρο με ασθενή με COVID-19 για < 15 λεπτά.
  • άτομο που παρείχε άμεση φροντίδα σε ασθενή με COVID-19 με λήψη των ενδεδειγμένων μέτρων ατομικής προστασίας.

 

Το δίλλημα: Τι τεστ να κάνω;  PCR, Αντιγόνου ή Αντισωμάτων;

 

μετά από αξιολόγηση των μέχρι τώρα δεδομένων προκύπτουν τα εξής:

  • Τα συμπτώματα του COVID-19 μπορεί να εμφανιστούν από 1 έως 14 ημέρες μετά την έκθεση σε αυτόν ή μπορεί να μην εμφανιστούν καθόλου (ασυμπτωματικοί).
    •  Οι Τεχνικές Ανίχνευσης του SARS-COV-2 αφορούν σε:
    1) Ανίχνευση του ιού με α) Μοριακό τεστ PCR και β) με Ανίχνευση αντιγόνου και
    2) Ανίχνευση αντισωμάτων
    • Η ικανότητα ανίχνευσης της νόσου  από την κάθε τεχνική, είναι διαφορετική σε διαφορετικά στάδια της νόσου.

    Στο παρακάτω διάγραμμα υπάρχει η αποτύπωση του βαθμού έκθεσης στον ιό και την εμφάνιση συμπτωμάτων στον χρόνο, σε σχέση με την ακρίβεια ανίχνευσης με τις τρεις τεχνικές.

  • Τα συμπτώματα του COVID-19 μπορεί να εμφανιστούν από 1 έως 14 ημέρες μετά την έκθεση σε αυτόν ή μπορεί να μην εμφανιστούν καθόλου (ασυμπτωματικοί).
    •  Οι Τεχνικές Ανίχνευσης του SARS-COV-2 αφορούν σε:
    1) Ανίχνευση του ιού με α) Μοριακό τεστ PCR και β) με Ανίχνευση αντιγόνου και
    2) Ανίχνευση αντισωμάτων
    • Η ικανότητα ανίχνευσης της νόσου  από την κάθε τεχνική, είναι διαφορετική σε διαφορετικά στάδια της νόσου.

 

 

Στο παρακάτω διάγραμμα υπάρχει η αποτύπωση του βαθμού έκθεσης στον ιό και την εμφάνιση συμπτωμάτων στον χρόνο, σε σχέση με την ακρίβεια ανίχνευσης με τις τρεις τεχνικές.

Η μοριακή μέθοδος – PCR
Τα μοριακά τεστ ανιχνεύουν άμεσα τον ιό, 4 – 5 ημέρες μετά την μόλυνση ώστε να έχει δημιουργηθεί επαρκές ιικό φορτίο, με ποσοστό αξιοπιστίας της τάξης του 80 -98%, ενώ το ποσοστό μειώνεται στο 50% μετά την 12η περίπου ημέρα καθώς μειώνεται το ιικό φορτίο.
Είναι η πιο αξιόπιστη μέθοδος σήμερα, για τον εντοπισμό του ιού, αλλά όπως και κάθε εξέταση έχει αδυναμίες. Μπορεί να είναι αρνητική σε άτομα, που έχουν μολυνθεί από τον ιό, αλλά χωρίς ωστόσο να έχουν συμπτώματα. Επιπλέον, οι μοριακές εξετάσεις, δείχνουν αν κάποιος έχει τον ιό τώρα, αλλά δεν δείχνουν αν κάποιος νόσησε στο παρελθόν.

Γρήγορα τεστ ανίχνευσης αντιγόνου 
Όπως και το τεστ PCR, ανιχνεύουν άμεσα τον ιό, 4- 5 ημέρες μετά την μόλυνση με ποσοστό αξιοπιστίας της τάξης του 76 – 96%, μέχρι περίπου τις 7 ημέρες και μετά πέφτουν στο 50%. Συνήθως έχουν καλή απόδοση σε ασθενείς με υψηλό ιικό φορτίο.  Ένα θετικό αποτέλεσμα μπορεί να δείξει μια οξεία λοίμωξη. Ασθενείς που έχουν εμφανίσει συμπτώματα προ 5-7 ημερών, είναι πιθανότερο να έχουν χαμηλότερο ιικό φορτίο και αυξημένη πιθανότητα ψευδώς αρνητικών αποτελεσμάτων.
Οι συγκεντρώσεις των ιών στα δείγματα ρινοφαρυγγικού και στοματοφαρυγγικού επιχρίσματος, μπορεί να ποικίλουν κατά την διάρκεια της νόσου και ενδέχεται να πέσουν κάτω από το όριο ανίχνευσης του τεστ, παρόλο που οι ασθενείς εξακολουθούν να εμφανίζουν συμπτώματα. Η πιθανότητα μολυσματικότητας των εξεταζομένων, δεν μπορεί να αποκλειστεί με βάση το αρνητικό αποτέλεσμα των δοκιμών. Όλα τα αποτελέσματα πρέπει να ερμηνεύονται σε συνδυασμό με άλλες κλινικές πληροφορίες, από ιατρό.

Τεστ αντισωμάτων
Είναι υψηλής αξιοπιστίας της τάξης του 90-99% όσον αφορά στην ανίχνευση αντισωμάτων, μετά από 5-7 ημέρες (από τα μέχρι τώρα στοιχεία τα αντισώματα μένουν  μέχρι 4-6 μήνες). Η αξιοπιστία τους είναι της τάξης του 50% στις πρώτες 5 ημέρες μέχρι να αναπτυχθεί επαρκές φορτίο αντισωμάτων. (Κάποιο μικρό ποσοστό μπορεί να μην αναπτύξει αντισώματα)

Συμπέρασμα για την Αξιοποίηση των γρήγορων τεστ
Στις περιπτώσεις αξιοποίησης των τεστ για λόγους πρόληψης μετάδοσης όπως πχ σε επιχειρήσεις και οργανισμούς, για την βελτιστοποίηση της ακρίβειας της διάγνωσης, αλλά και την παρακολούθηση της προόδου της νόσου, οι δύο τεχνικές αντιγόνου και αντισωμάτων, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται συμπληρωματικά.
Αν επιθυμούμε να επιλέξουμε την εφαρμογή της μίας από τις δύο, τότε κατά την άποψή μας:
• Το τεστ αντισωμάτων είναι προτιμότερο σε έλεγχο ρουτίνας (χωρίς κρούσματα ή ύποπτες επαφές)

  • Το Τεστ Αντιγόνου  είναι προτιμότερο όταν έχουμε κρούσματα (ύποπτα κρούσματα και επαφές)
    Σε περίπτωση θετικού τεστ, είτε αντισωμάτων, είτε αντιγόνου, επιβάλλεται η επιβεβαίωση με την μοριακή μέθοδο – PCR.

    Σημείωση: Ο SARS-CoV-2  είναι ένας νέος ιός, η έρευνα και η μελέτη του βρίσκεται σε εξέλιξη και τα δεδομένα που αναφέρονται παραπάνω αφορούν στην μέχρι τώρα γνώση.

Στην περίπτωση κάποιας πληθυσμιακής ομάδας, όπως οι εργαζόμενοι μιας επιχείρησης, πέρα από άλλα μέτρα (απόσταση, μάσκα, αντισηψία, γάντια κλπ) ως μια καλή πρακτική πρόληψης ενδείκνυται η συστηματική επανεξέταση με στόχο τον εντοπισμό κυρίως ασυμπτωματικών φορέων και η ακόλουθη απομόνωσή τους, με σκοπό την αποφυγή μετάδοσης στην ομάδα. 
Επισημαίνουμε ότι ο αριθμός των ασυμπτωματικών φορέων, είναι μεγάλος, εκτιμάται σε 50-60% ενώ στα παιδιά είναι πολύ υψηλότερος.
Ο ρυθμός επανεξέτασης μπορεί να διαφοροποιείται ανάλογα με το είδος της επιχείρησης, τη φύση της εργασίας και τις συνθήκες συγχρωτισμού, σε ομάδες εργαζομένων με ιδιαίτερη επιδημιολογική σημασία ή στο σύνολο των εργαζομένων από 1-4 φορές το μήνα, ανάλογα με την εκτίμηση του ρίσκου και την απόφαση της Διοίκησης, σε συνεννόηση με τον Ιατρό Εργασίας.
Επειδή το Τεστ Αντισωμάτων είναι πιο οικονομικό, πιο απλό στην εφαρμογή του και δείχνει τα αποτελέσματα σε 10 λεπτά, μια καλή πρακτική που ακολουθείται είναι να διενεργείται αρχικά σε όλο το προσωπικό και στην περίπτωση θετικού αποτελέσματος, το άτομο αυτό να απομονώνεται και να υποβάλλεται σε Τεστ RT-PCR.
Η εξέταση μπορεί να πραγματοποιηθεί στον χώρο της επιχείρησης από έμπειρο νοσηλευτικό προσωπικό, υπό την επιστημονική εποπτεία του Ειδικού Ιατρού Εργασίας.

 

ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΠΑΠΑΛΕΥΘΕΡΗΣ  MD-MSc

ΠΝΕΥΜΟΝΟΛΟΓΟΣ – ΦΥΜΑΤΙΟΛΟΓΟΣ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Λευτέρης Κοσμόπουλος: «Mελέτη για συνολική  αντιπλημμυρική θωράκιση της Κινέτας»

Απαλλαγή τριτέκνων με μειωμένο εισόδημα από δημοτικά τέλη

Πώς λειτουργούν οι Υπηρεσίες Δήμου Μεγαρέων ως 30 Νοεμβρίου

Aleka Stamatiadi