Γράφει ο Στέλιος Γκίνης
Σε κάθε αιώνα οι νέοι «κατηγορούνται» από τους μεγαλύτερους ότι δεν πολυσκοτίζονται για το αύριο, αλλά το μόνο που τους απασχολεί και για το μόνο που ενδιαφέρονται είναι το ΠΑΡΟΝ. Αυτό, γιατί οι μεγαλύτεροι ξέχασαν … τα δικά τους ή γιατί η ηλικία τους δεν τους επιτρέπει να κάνουν τα ίδια. Το πιο πιθανό είναι ότι τους μεγάλους η πείρα της ζωής τους έχει διδάξει πως το αύριο έρχεται γρήγορα και αλίμονο σε όποιον δεν έχει προετοιμαστεί, γι΄αυτό και προειδοποιούν τους νέους.
Είναι γεγονός ότι, παρά την οικονομική κρίση, οι περισσότεροι νέοι και νέες έχουν καταληφθεί από μια δίψα για την απόλαυση του σήμερα, για την ικανοποίηση του τώρα, λες και δεν υπάρχει αύριο. Αντίθετα με τις προηγούμενες γενιές, ιδίως τις μεταπολεμικές, βασανισμένες από ανέχεια και στερήσεις, κυνηγημένες από πικρές αναμνήσεις και φορτωμένες με βιώματα φτώχειας. Ήταν αναγκασμένες αυτές οι γενιές, από οικονομική αδυναμία, να μη μπορούν να χαρούν όσα μπορούσε να τους προσφέρει η εποχή τους. Είχαν τη δυνατότητα ΜΟΝΟ να ονειρεύονται για ένα καλύτερο αύριο. Πάλευαν γι’ αυτό το αύριο και ζούσαν για το αύριο, γιατί γνώριζαν καλά ότι για να ξημερώσει ένα καλύτερο αύριο, έπρεπε να αγωνιστούν και με τις δικές τους θυσίες.
Σήμερα τα πράγματα είναι διαφορετικά. Υπάρχει οικονομική κρίση και ανεργία στους νέους, όμως στις περισσότερες περιπτώσεις, τα οικογενειακά βάρη τα σηκώνουν οι γονείς και οι παππούδες τους. Οι νέοι έχουν γίνει βιαστικοί και πιο απαιτητικοί από άλλοτε. Είναι ανυπόμονοι και τα θέλουν όλα και τώρα. Όσοι τους συμβουλεύουν για ένα διαφορετικό τρόπο και ρυθμό ζωής τους θεωρούν αντιπάλους τους. Και όσοι αντιδρούν, προπάντων οι γονείς τους, για τα ξενύχτια τους, οι νέοι τους θεωρούν «καταπιεστικούς», «ξεπερασμένους».
Η απόλαυση όμως των πάντων χωρίς φραγμούς, ρηγματώνει τις σχέσεις των ανθρώπων και τους οδηγεί και σε πράξεις παραβατικές, στη βία.
Αδιαφορώντας λοιπόν για το αύριο, τρέχουν πίσω από κάθε τι που λάμπει, από κάθε τι φανταστικό. Διεγερμένοι οι νέοι μας, από κάθε είδους προκλήσεις και πολιορκημένοι από δελεαστικές προσκλήσεις. Έτσι τελικά οι σχέσεις τους γίνονται επιδερμικές και είναι σύντομες, βιαστικές κι εναλλασσόμενες. Όμως οι ψυχές τους μένουν άδειες, οι καρδιές τους κλειδωμένες και ψυχρές. Είναι κατά βάθος παιδιά και ρομαντικοί οι νέοι μας, γι’ αυτό ώρες ώρες, βυθίζονται στη θλίψη.
Δεν είναι πλέον ευτυχισμένοι οι νέοι μας σήμερα, γιατί έχουν πολλά από αυτά, που δεν έπρεπε να έχουν και τους λείπουν αυτά που θα έπρεπε να έχουν. Στερούνται το όνειρο και τα αγνά συναισθήματα και προπάντων τη χαρά της δημιουργίας, την υπερηφάνεια να δίνουν και όχι ΜΟΝΟ να παίρνουν από τους γονείς τους. Είναι κρίμα και άδικο αυτό, όμως να δούμε ως πότε.