Κοινωνία

Νεανική Παραβατικότητα. Υπάρχουν όρια;

Τα τελευταία χρόνια έχει παρατηρηθεί έξαρση της νεανικής παραβατικότητας. Όλο και πιο συχνά έρχονται στο φως περιστατικά επιθέσεων ακόμα και άγριων ξυλοδαρμών μεταξύ εφήβων που οδηγούν σε σκηνικά που προβληματίζουν για την συχνότητα των περιστατικών αυτών και μας οδηγούν να αναρωτιόμαστε μέχρι που θα φτάσουν.

Ο σχολικός εκφοβισμός (φαινόμενο το οποίο πάντα συνέβαινε-δεν είναι κάτι καινούργιο) αποτελεί μια συνθήκη, η οποία υπήρχε και όχι απαραίτητα στο πλαίσιο εντός του σχολείου.

Όλοι μας κατά τη διάρκεια των σχολικών χρόνων έχουμε βρεθεί μάρτυρες, θύτες ή και θύματα σε περιστατικά που υπήρχαν «πειράγματα» (λεκτικά κυρίως) μεταξύ συμμαθητών το οποία ουδέποτε  ήταν αποδεκτά από τους επιβλέποντες, αλλά δεν οδηγούσαν σε νοσηλείες, το οποίο οδεύει πλέον να γίνει κανονικότητα.

Αν και παρατηρείται μια έντονη προσπάθεια ευαισθητοποίησης κατά του σχολικού εκφοβισμού (bullying), το παράδοξο είναι ότι όλο και περισσότερα οδυνηρά περιστατικά έρχονται στο φως.

Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα έχουμε επίθεση στην 14χρονη στην Γλυφάδα, σε νεαρό στην Θεσσαλονίκη, το περιστατικό στην Ερμιονίδα, αλλά και σε πόσα άλλα γεγονότα τα οποία συμβαίνουν γύρω μας. Για να μην αναφέρουμε περιστατικά κλοπών, διακίνησης ναρκωτικών κλπ. (να επισημάνουμε ότι για το 2024 έχουμε 9.000 καταγγελίες για περιστατικά νεανικής παραβατικότητας- ενώ ο αριθμός καταγγελιών αυξάνεται).

Γιατί όμως συμβαίνει αυτό; Αρχικά να κατανοήσουμε ότι τα τελευταία χρόνια η κανονικότητα να επαναπροσδιορίζεται. Κυρίως μετά την καραντίνα όλοι παρατηρήσαμε ότι άλλαξε ο τρόπος ζωή μας. Περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας (έξαρση λόγω του εγκλεισμού), γυναικοκτονίες, πολεμικές συρράξεις που εκτυλίσσονται συνεχώς γύρω μας ως εικόνες και εντυπώνονται στο ασυνείδητο ως κανονικότητα.

Σε ένα κόσμο συνεχώς μεταβαλλόμενο, με κοινωνικά στερεότυπα, κοινωνικά πρότυπα να καταργούνται, να αλλάζουν και να δημιουργούνται νέα, οι έφηβοι είναι οι αποδέκτες των συμπεριφορών αυτών τόσο μέσα στο σπίτι, όσο και έξω από αυτό, σε μια κρίσιμη χρονική περίοδο που λαμβάνουν αφιλτράριστα όλα τα ερεθίσματα και τα ενσωματώνουν στον υπο διάπλαση χαρακτήρα τους.

Τι μπορεί να πυροδοτεί αυτά τα περιστατικά στους έφηβους; Προφανώς κανένα παιδί στην εφηβεία δεν αποκτά τέτοιες βίαια συμπεριφορές από μόνο του. Η οικογένεια, που αποτελεί τον πρώτο, ουσιαστικότερο και καθοριστικότερο φορέα κοινωνικοποίησης του παιδιού, που το προετοιμάζει για την έξοδο του στο κόσμο. Είναι κάτι που ακούγεται τόσο κλισέ μερικές φορές, αλλά είναι το πιο σημαντικό.

Η υγιείς ψυχοκοινωνική ανάπτυξη του παιδιού, αρχικά μέσα στο σπίτι και έπειτα έξω αυτό, αποτελεί το πρώτο βήμα. Απαραίτητη είναι η ενσυναίσθηση και η ενεργητική ακρόαση του γονιού προς το παιδί καθώς και ο ποιοτικός χρόνος βοηθούν πραγματικά. Η αποφυγή κριτικής στάσης απέναντι στο παιδί το τραυματίζει και το κάνει να αισθάνεται κατώτερο μπροστά στους γονείς του. Η σύγκριση που μπορεί να δέχεται με κάποιο άλλο παιδί καλό είναι να αποφεύγεται καθώς και η συναισθηματική παραμέληση που μπορεί να βιώνει το παιδί από τους γονείς. Όλα τα παραπάνω είναι συμπεριφορές που όλοι λίγο πολύ ξέρουμε και μπορεί να έχουμε αντιμετωπίσει.

Αλλά πέραν αυτού, αν σκεφτούμε ότι οι γονείς βρίσκονται σε ένα αδιάκοπο αγώνα δρόμου για να προλάβουν την ζωή -σήμερα ακόμα περισσότερο, λόγω των υψηλών απαιτήσεων- έχει ως  αποτέλεσμα να «πασάρουν» ένα κινητό ή ένα tablet σε ένα παιδί 3 ή 5 χρονών ή να τα τοποθετούν  τα  παιδιά  μπροστά από μια οθόνη όπου κυριαρχούν εικόνες αγριότητας και βιαιότητας. Αυτό έχει ως συνέπεια το παιδί αφομοιώνει αυτά που βλέπει.

Το πιο απλό παράδειγμα. Δεν υπάρχει πλέον παιδί στην εφηβεία που να μην έχει κινητό από τα 7 ή 8 χρόνια ζωής του, να μην βρίσκεται με τις ώρες μπροστά από ένα ηλεκτρονικό υπολογιστή και να παίζει παιχνίδια εξόντωσης του συμπαίχτη του ή να μην έχει κάποιο λογαριασμό στα social media. Πόσο μακρινό ακούγεται αυτό για τα παιδιά της γενιάς των 80’s & 90’s (ακόμα και για τη γενιά των 00’s που είχε μια σταδιακή ένταξη στον κυβερνοκοσμό);

Στην σημερινή πραγματικότητα το παιδί πρώτα αποκτά κινητό και έπειτα μιλάει.

Σταδιακά και μεγαλώνοντας η ανεξαρτησία στην εφηβεία βοηθά το παιδί στο να θέσει γερές βάσεις για την ενήλικη ζωή του και να βγει εκτός του ασφαλούς περιβάλλοντος στο οποίο ζει που να δρα σύμφωνα με τους «κανόνες» των γονιών. Αρχίζει και γίνεται υπεύθυνο και αναλαμβάνει ευθύνες που ηλικιακά του αναλογούν.

Αλλά μήπως η σταδιακή αλλαγή μορφής των σχέσεων, η χαλάρωση των ορίων μέσα στην οικογένεια οδηγεί σε αυτά τα αποτελέσματα; Μήπως η μη σωστή διαχείριση καταστάσεων μεταξύ του ζευγαριού πρώτα απ’ όλα, δρα αρνητικά στην διαμόρφωση του χαρακτήρα και της συμπεριφοράς του παιδιού, ξεκινώντας από την παιδική κιόλας ηλικία;

Γιατί όταν το παιδί είναι συνεχώς παρόν σε συγκρούσεις ανάμεσα στο ζευγάρι, βιώνει ματαίωση,  κριτική στάση και μη αποδοχή από τους γονείς, οι παραπάνω συμπεριφορές λειτουργούν αντιστρόφως ανάλογα στην δόμηση ενός υγιή συναισθηματικά και συμπεριφορικά χαρακτήρα. Το παιδί αποδέχεται και αντιλαμβάνεται το λανθασμένο πρότυπο συμπεριφοράς ως σωστό. Γιατί έτσι μεγαλώνει από την οικογένεια.

Η περίοδος της καραντίνας κατά γενική ομολογία υπήρξε καθοριστική για όλους. Ο εγκλεισμός έριξε φως τα αδύνατα σημεία του καθένα προσωπικά και φυσικά ήρθαν στην επιφάνεια οι παθογένειες της ελληνικής οικογένειας. Σαν αποτέλεσμα έκρηξη της ενδοοικογενειακής βίας (και θα επαναλάβω ότι όλα αυτά υπήρχαν από πριν, αλλά τώρα άρχισαν να γνωστοποιούνται), γυναικοκτονίες, κλπ..

Ωστόσο λύση με μαγικό ραβδί δεν υπάρχει. Η οικογένεια, το σχολείο και η ίδια η κοινωνία μπορεί να περιορίσει τέτοια ακραία φαινόμενα.

Η οικογένεια πρώτα απ’ όλα με την σωστή διαπαιδαγώγηση και συνεχή συζήτηση μπορεί να κάνει το παιδί πιο ευαισθητοποιημένο για τέτοιου είδους ζητήματα. H πεποίθηση ότι οι γονείς είναι οι καλύτεροι σύμμαχοι για τα παιδιά τους όλο και περισσότερο καταρρίπτεται καταστώντας αυτή την αντίληψη αυτή ένα μύθο.

Όταν οι γονείς δεν είναι δίπλα στα παιδιά τους ουσιαστικά για να τα κατανοήσουν, φοβούμενοι την αντίδραση των παιδιών που συγχέουν την ανάγκη για οριοθέτηση από τους γονείς με την καταπίεση, τα παιδιά να απομακρύνονται συναισθηματικά από τους γονείς.

Διανύουμε μια εποχή που πλέον τα παιδιά κυκλοφορούν ελεύθερα με ένα κινητό ή βρίσκονται μπροστά από ένα ηλεκτρονικό υπολογιστή με τις ώρες, χωρίς επίβλεψη. Σε πολλές περιπτώσεις και οι ίδιοι οι γονείς αδυνατούν να οριοθετήσουν τα παιδιά τους, όχι όμως από αδυναμία, αλλά από την πεποίθηση ότι δίνοντας στο παιδί χώρο να πάρει πρωτοβουλίες, το βοηθούν στο να αποκτήσει αυτοπεποίθηση, να γίνει ανεξάρτητο και να μην θεωρήσει ότι το καταπιέζουν.

Βέβαια, μετά την οικογένεια έρχεται η παρέα ως άλλος ένας φορέας επιρροής. Η ανάγκη για αποδοχή των συνομηλίκων είναι εξίσου σημαντική, καθώς η παρέα αντανακλά την κοινωνία και τις διαπροσωπικές σχέσεις του εν δυνάμει ενήλικου κόσμου. Η επίδειξη δύναμης, η ανάγκη για δημοφιλία, η ανάγκη για αποδοχή οδηγούν πυροδοτούν τέτοια περιστατικά.

Επίσης ο ρόλος του σχολείου ποιος είναι πλέον; Το σχολείο αποτελεί εξάλλου έναν δευτερογενή φορέα κοινωνικοποίησης, εκπαίδευσης και μόρφωσης μετά την οικογένεια. Ισχύει όμως;  Αρκεί να γίνει μια συζήτηση με τους εκπαιδευτικούς. Πόσα παραδείγματα έχουμε όπου οι εκπαιδευτικοί σχολικής μονάδας απειλούνται, δέχονται λεκτικές επιθέσεις από γονείς μαθητών είτε για βαθμολογίες, είτε για περιστατικά συμπεριφορών που πρέπει να αναφερθούν στους γονείς, οι οποίοι όχι μόνο δεν λειτουργούν επικουρικά και συμβουλευτικά προς το παιδί αντιθέτως επικροτούν την όποια αρνητική συμπεριφορά του ανήλικου; Που είναι η συμμαχία που χρειάζεται μεταξύ σχολείου και οικογένειας, που υπήρχε παλαιότερα;

Το σχολείο μέσα από προγράμματα πρόληψης, ευαισθητοποίησης και ενημέρωσης θα πρέπει να συνεχώς να βρίσκεται σε εγρήγορση για την αντιμετώπιση τέτοιων καταστάσεων. Τονίζοντας την αναγκαιότητα για τη σωστή σχέση σχολείου, μαθητή και γονέων.

Η ίδια η κοινωνία μέσα από δράσεις ευαισθητοποίησης για γονείς και παιδιά αλλά και τη δημιουργία προγραμμάτων για την σωστή ψυχοκοινωνική ανάπτυξη των παιδιών μπορεί να βοηθήσει δραστικά εντάσσοντας τα παραπάνω στο εκπαιδευτικό σύστημα.

Αλλά το μεγαλύτερο βάρος, θα επαναλάβουμε, ότι το έχουν οι γονείς. Οι συμπεριφορές, οι αντιλήψεις, ο τρόπος ζωής οδηγούν τους μελλοντικούς θύτες σε τέτοιες πρακτικές ενώ τα μελλοντικά θύματα σε αποσιώπηση λόγω φόβου και μη έμπρακτης υποστήριξης. Το περιβάλλον διαμορφώνει τον χαρακτήρα του παιδιού και ο τρόπος ζωής τις πράξεις του.

Αυτό που θα πρέπει να έχουν πάντα υπόψιν οι γονείς είναι ότι κανένας δεν κατέχει «όλη την γνώση του κόσμου» όταν γίνεται γονιός. Δεν είναι κακό  κάποιος να απευθυνθεί για βοήθεια όταν καταλαβαίνει ότι κάτι δεν γνωρίζει ή δεν ξέρει πως να χειριστεί μια κατάσταση σε μια προσπάθεια να βοηθήσει το παιδί του. Ένα ειδικός ή ακόμα και ένας εκπαιδευτικός με μια γόνιμη συζήτηση μπορεί να «συμβουλεύσει» και να βοηθήσει.

Ήρα Μελ. Λέλη

BSc Κοινωνική Λειτουργός Δ.Π.Θ.

MSc Διοίκηση Μονάδων Υγείας και Κοινωνικής Πρόνοιας ΠΑ.Δ.Α

Εξωτερικός Συνεργάτης Υπουργείου Μετανάστευσης-Ασύλου, EUAA

e-mail: [email protected]

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Ποιοι “παίρνουν σειρά” για το εμβόλιο κατά του κορωνοϊού

Aleka Stamatiadi

Καθαρά τα νερά στις παραλίες των Μεγάρων

Διακοπή νερού σήμερα