Θέσεις

Η Ψωροκώσταινα

gkinissteliossm
Γράφει ο Στέλιος Γκίνης[clear]

Όλοι οι άνθρωποι φοβόμαστε το άγνωστο, δηλαδή τι θα μας ξημερώσει αύριο. Όμως ευτυχώς ελπίζουμε ότι θα είναι καλύτερο από το σήμερα και αγωνιζόμαστε για να το πετύχουμε.

Ο τροχός της ζωής μας,στριφογυρίζει επάνω σε δύο στηρίγματα, το φόβο και την ελπίδα. «Ρόδα είναι και γυρίζει» όπως λέει ο λαός.

Η πατρίδα μας ανέκαθεν ήταν μια φτωχή χώρα με κατοίκους πλούσιους, αλλά χωρίς… λεφτά. Με άλλα λόγια οι Έλληνες είναι γενναιόδωροι και ξοδεύουν τα λιγοστά λεφτά τους, σαν να είναι πολύ πλούσιοι.

Είμαστε σπάταλος λαός, δεν αποταμιεύουμε και θέλουμε να έχουμε λεφτά, όσα μας χρειάζονται κάθε φορά, για να καλοπερνάμε. Η φτώχεια θέλει καλοπέραση. Αυτό είναι το σύνθημά μας.

Για τους Μεγαρίτες έχουν γράψει ότι τρώνε λες και είναι το τελευταίο τους γεύμα και χτίζουν τα σπίτια τους λες και είναι αθάνατοι. (Τερτυλλιανός)

Από τα χρόνια του Καποδίστρια η πατρίδα μας χαρακτηρίστηκε ως Ψωροκώσταινα, δηλαδή μια φτωχή χώρα. Ποια όμως ήταν αυτή η Ψωροκώσταινα;

Ας δούμε τι γράφει η Ιστορία.

Στις 2 Ιουνίου το 1821 ο τουρκικός στρατός μπήκε στο ΑΪΒΑΛΙ, που είναι απέναντι από τη Λέσβο. Έγινε χαλασμός μεγάλος, γιατί οι Τούρκοι αμέσως έβαλαν φωτιά στα πολλά καταστήματα, που πουλούσαν λάδι και στα λιατρίβια. Ο κόσμος έτρεχε πανικόβλητος στους δρόμους να γλιτώσει από τη φωτιά και από τη σφαγή.

Ανάμεσα στο πλήθος ήταν και μια όμορφη γυναίκα η Πανωραία Χατζηκώστα, μαζί με τον άντρα της Κώστα και τα παιδιά τους.

Σαν από θαύμα γλίτωσε η Κώσταινα, από τον μεγάλο το χαλασμό, αλλά τα παιδιά της και τον άνδρα της τον Κώστα τους έσφαξαν οι Τούρκοι μπροστά στα μάτια της. Μπήκε κλαίγοντας, για τον άδικο χαμό των παιδιών και του άντρα της σε ένα καράβι μαζί με άλλους και έφτασε στα Ψαρά και μετά από λίγους μήνες πήγε στο Ναύπλιο. Παρά τη φτώχεια της, μάζεψε ορφανά παιδιά αγωνιστών και τα συντηρούσε ζητιανεύοντας και ξενοπλένοντας!

Αυτή την ξεπεσμένη νοικοκυρά που έγινε ζητιάνα και πλύστρα, τη φώναζαν Ψαρακώσταινα επειδή είχε έρθει από τα Ψαρά. Κατόπιν τη φώναζαν Ψωροκώσταινα. Τα ορφανά τη λάτρευαν, γιατί τα προστάτευε και εκείνη τα αγαπούσε, ίσως γιατί έβλεπε σε αυτά τα δικά της τα αδικοσκοτωμένα. Το 1826, ενώ διαρκούσε η πολιορκία στο Μεσολόγγι, στο Ναύπλιο έγινε έρανος για να βοηθήσουν τους υπερασπιστές και αποκλεισμένους αγωνιστές. Όμως ΚΑΝΕΝΑΣ δεν αποφάσιζε να δώσει κάτι από το υστέρημά του, γιατί όλοι ήσαν φτωχοί. Πρώτη πλησίασε στο τραπέζι του εράνου η Ψωροκώσταινα. Έβγαλε τη βέρα του γάμου της και μαζί με τα λίγα κέρματα που είχε μαζέψει ζητιανεύοντας, τα έδωσε λέγοντας: «Αυτό είναι όλο μου το βιος! Πάρτε το για την πατρίδα».

Μετά από αυτό προθυμοποιήθηκαν πολλοί και γρήγορα το τραπέζι του εράνου, γέμισε από γρόσια και χρυσαφικά.

Όταν ο Καποδίστριας έφτιαξε Ορφανοτροφείο πήγαν και τα ορφανά που προστάτευε η Ψωροκώσταινα σ΄αυτό. Εκείνη, έπλενε τα ρούχα των ορφανών χωρίς αμοιβή. Όταν λίγους μήνες μετά πέθανε κανείς δεν την τίμησε για την προσφορά της, εκτός από τα ορφανά, που την έκλαψαν με αναφιλητά. Αιωνία της η μνήμη. Ήταν πραγματική Ελληνίδα.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Σεβασμός  στις αντίθετες απόψεις

Μετά από 83 χρόνα η Ελλάδα μπορεί να πει «ΟΧΙ»;

Πανελλήνιες Εξετάσεις: Οδηγός για Αποτελεσματική Προετοιμασία και Ιεράρχηση Προτεραιοτήτων

Aleka Stamatiadi