Θέσεις

Φιλική Εταιρεία: Η σπίθα της λευτεριάς

 

ΜΕΡΟΣ Γ’

«Η ώρα ήλθεν, ω Άνδρες Έλληνες! Προ πολλού οι λαοί της Ευρώπης, πολεμούντες υπέρ των ιδίων Δικαιωμάτων και της ελευθερίας αυτών, μας επροσκάλουν εις μίμησιν. Οι αδελφοί μας και φίλοι είναι πανταχού έτοιμοι […] ας ενωθώμεν λοιπόν με Ενθουσιασμόν! Η Πατρίς μας προσκαλεί!» (Αλέξανδρου Υψηλάντη προκήρυξη ‘Μάχου υπέρ Πίστεως και Πατρίδος’ Ιανουάριος 1821)

Άνεμος ισχυρός, σαρωτικής αλλαγής πνέει σε όλη την Ευρώπη στα τέλη του 18ου αιώνα. Στη Γαλλία η αστική τάξη ηγείται του κινήματος του γαλλικού λαού που διεκδικεί την ανατροπή του παλαιού καθεστώτος της απολυταρχίας και τον σεβασμό στα δικαιώματα του Ανθρώπου. Έννοιες όπως ‘πολίτης’, ‘δημοκρατία’, ‘σύνταγμα’, αντικαθιστούν την άρχουσα τάξη, τα προνόμια και την καταπίεση. Η ορμή της επανάστασης και η έξαρση της ελπίδας που τη συνοδεύει διαχρονικά δεν ήταν δυνατόν να αφήσουν ασυγκίνητους τους σκλαβωμένους Έλληνες. Μυστικές οργανώσεις, αντίστοιχες με εκείνες της προεπαναστατικής Γαλλίας γίνονται οι πρώτοι πυρήνες συνεννόησης και οργάνωσης του ελληνικού αγώνα. Οι Έλληνες των παροικιών του εξωτερικού ενδυναμωμένοι από το πνεύμα και τις αρχές του Ευρωπαϊκού και του Νεοελληνικού Διαφωτισμού συγκροτούν το 1807 στο Παρίσι το Ελληνόγλωσσον Ξενοδοχείον. Αν και φαινομενικά παρουσιάζεται ως χώρος μελέτης του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, στην πραγματικότητα συγκεντρώνει πολλούς από τους Έλληνες που θα οργανώσουν την ένοπλη απελευθέρωση του Γένους. Τα μέλη επικοινωνούσαν με μυστικούς κώδικες και συνθήματα και έφεραν ως διακριτικό τους ένα χρυσό δαχτυλίδι χαραγμένο με τα αρχικά Φ.Ε.Δ.Α. (Φιλικός Ελληνικός Δεσμός Άλυτος). Αντίστοιχα, το 1813 συστήνεται στην Αθήνα η ‘Φιλόμουσος Εταιρεία’, ενώ στο ίδιο πνεύμα οργάνωσης του μεγάλου ξεσηκωμού ενήργησε και η ‘Εταιρεία του Φοίνικος’.

Ωστόσο, το μεγάλο και καθοριστικό βήμα προς την ορθή και μεθοδική οργάνωση του ένοπλου επαναστατικού αγώνα γίνεται το 1814 στην Οδησσό. Εκεί στις 14 Σεπτεμβρίου, στην επέτειο ύψωσης του Τιμίου Σταυρού, ο Νικόλαος Σκουφάς, ο Εμμανουήλ Ξάνθος και ο Αθανάσιος Τσακάλωφ παίρνουν πρώτοι τον μεγάλο και ιερό όρκο, να ελευθερώσουν την πατρίδα ή να πεθάνουν. Και οι τρείς τους σχετίζονται με μυστικές οργανώσεις του εξωτερικού, όπως οι Καρμπονάροι και οι Ελευθεροτέκτονες. Χωρίς χρονοτριβή, αλλά με απόλυτη μυστικότητα, αρχίζουν να μυούν νέα μέλη και να συγκεντρώνουν χρήματα για την αγορά όπλων και πολεμοφοδίων. Από τα πρώτα μέλη ήταν ο Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος, ο Αντώνιος Κομιζόπουλος, ο Γεώργιος Σέκερης. Έως το 1816 η Φιλική Εταιρεία μετρά μόλις 20 μέλη. Το 1817 γίνεται ένα άνοιγμα προς τους Έλληνες έμπορους και άρχοντες της Ρωσίας και της Μολδοβλαχίας. Η μεγάλη αλλαγή όμως συμβαίνει κατά τη διετία 1818-1820, όταν όλο και περισσότεροι Έλληνες στην σκλαβωμένη πατρίδα ζητούν να μυηθούν στο μεγάλο μυστικό που σκοπό έχει, όπως αναφέρει ο ίδιος ο ιδρυτής Εμμανουήλ Ξάνθος, «την ανέγερσιν και απελευθέρωσιν του Ελληνικού Έθνους και της Πατρίδος μας». Το διάστημα αυτό η έδρα της Φιλικής  μεταφέρεται από την Οδησσό στην Κωνσταντινούπολη. Το 1818 μυήθηκαν ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, ο Γρηγόριος Δικαίος (Παπαφλέσσας), ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, ο Παναγιώτης Σέκερης και το 1819-1820 ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, ο Ανδρέας Ζαΐμης, ο Ανδρέας Λόντος, ο Μιχαήλ Σόυτσος και πολλοί ακόμα πρωτεργάτες της Επανάστασης. Αν και η Φιλική Εταιρεία δεν επέτρεπε τη μύηση σε γυναίκες ,το 1819 στην Κωνσταντινούπολη μυήθηκε η μεγάλη ηρωίδα της Επανάστασης Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα, η συνδρομή της οποίας στον Αγώνα αποδείχτηκε σε πολλές περιπτώσεις σωτήρια.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο τρόπος με τον οποίο εξαρχής δομήθηκε η ιεραρχία της Φιλικής με βαθμούς ανώτερους και κατώτερους ανάλογα με την πρόσβαση στα μυστικά της προετοιμασίας του αγώνα και τη συμμετοχή στις μυστικοσυνελεύσεις. Στην κορυφή της ιεραρχίας βρισκόταν η ‘Αόρατος Αρχή’ που εξαρχής οι ιδρυτές περιέβαλαν με περισσή αίγλη αφήνοντας να εννοηθεί πως πρόκειται για μια μεγάλη δύναμη, όπως η Ρωσία. Οι βαθμοί των μελών ήταν συνολικά οκτώ. Στην βάση βρίσκονταν οι Αδελφοποιητοί ή Βλάμηδες, έπειτα οι Συστημένοι, οι Ιερείς και οι Ποιμένες. Οι Ιερείς μυούσαν στη Φιλική όσους θεωρούσαν αγνούς πατριώτες έτοιμους να αποδεχτούν και να κρατήσουν το μεγάλο μυστικό. Πρώτα τους κατηχούσαν και έπειτα με τη συμμετοχή ενός ήδη μυημένου κληρικού τους όρκιζαν, ώστε τα νέα μέλη να έχουν πλήρη επίγνωση του σκοπού που θα υπηρετούσαν. Στα ανώτερα κλιμάκια κατατάσσονταν οι Αφιερωμένοι και οι Αρχηγοί των Αφιερωμένων, βαθμοί που αποδίδονταν αποκλειστικά σε στρατιωτικούς, ενώ πάνω από αυτούς βρίσκονταν οι Απόστολοι, οι οποίοι σχεδίαζαν τις επιχειρήσεις του Αγώνα και ήταν σε συνεννόηση με τους οπλαρχηγούς. Ανάλογα με την προσφορά και τις υπηρεσίες τους τα μέλη που διακρίνονταν μπορούσαν να μεταβούν σε ανώτερες βαθμίδες ανανεώνοντας τον όρκο τους.

Η ανώτατη βαθμίδα ανήκε στον Γενικό Επίτροπο της Αρχής, θέση την οποία ανέλαβε και τίμησε με το έργο και τη θυσία του ο Αλέξανδρος Υψηλάντης. Όταν στις 11 Απριλίου 1820 ο Εμμανουήλ Ξάνθος του ζήτησε να αναλάβει την αρχηγία της Φιλικής, ο Υψηλάντης απάντησε: «Αν εγώ εγνώριζον ότι οι ομογενείς μου είχον ανάγκην από εμέ και εστοχάζοντο, ότι εδυνάμην να συντελέσω εις την ευδαιμονίαν των, σου λέγω εντίμως, ότι ήθελον μετά προθυμίας κάμω κάθε θυσίαν, ακόμη και την κατάστασίν μου, και τον εαυτόν μου θα εθυσίαζον υπέρ αυτών».

Η επικοινωνία των μελών της Φιλικής γινόταν με τη χρήση μυστικού κώδικα τον οποίο τα μέλη όφειλαν να απομνημονεύσουν, ενώ χρησιμοποιούσαν κρυπτογραφημένα σήματα και αναγνωριστικά σημάδια, αλλά και ψευδώνυμα και μυστικές υπογραφές. Με τον τρόπο αυτό διαφύλασσαν την ταυτότητα τους και εξασφάλιζαν ότι τα μηνύματα έβρισκαν το σωστό παραλήπτη. Έτσι, ένα αόρατο από τις οθωμανικές αρχές δίκτυο Ελλήνων και φιλελλήνων οργάνωνε και ετοίμαζε τη σπίθα της Λευτεριάς.

Εκτός από την προσωπική συμμετοχή στις ετοιμασίες τα μέλη παρείχαν και οικονομική ενίσχυση στην Εταιρεία. Ο ίδιος ο Υψηλάντης λίγο πριν το ξέσπασμα της επανάστασης στη Μολδοβλαχία μετέβη μαζί με τον Ξάνθο στο Παρίσι, όπου συνάντησε τον Λαφήτ ‘για να κάμη εν δάνειον επί υποθήκη των εν Ρωσία κτημάτων της οικογενείας του’. Επίσης, προσέφερε στον Αγώνα και 3 εκατομμύρια γρόσια από αποζημίωση που όφειλε στην οικογένεια του η Οθωμανική αυτοκρατορία μετά την ήττα της στον Ρωσοτουρκικό πόλεμο. Πλούσια χρηματοδότησε τον Αγώνα και ο έμπορος Παναγιώτης Σέκερης που, όπως μας πληροφορεί ο Εμ. Ξάνθος στα απομνημονεύματα του, πλήρωνε τις εγγυήσεις για την απελευθέρωση από τις οθωμανικές αρχές μελών της Φιλικής και χρηματοδοτούσε κάθε φάση της προετοιμασίας «Ο δε Σέκερης προθύμως εφοδίασεν αυτούς και με την συνδρομήν των εν Κωνσταντινουπόλει εφόρων εις μεν τον Περραιβόν γρόσια 120.000 εις δε τον Φλέσσαν 90.000 και άλλας εις άλλους ποσότητας». Ο ίδιος ο Παναγιώτης Σέκερης όμως προδόθηκε στους Τούρκους ως ηγετικό στέλεχος της Φιλικής και σώθηκε μετά από κακουχίες χάνοντας όλη την περιουσία του. Πέθανε πάμπτωχος χωρίς ποτέ να αποζητήσει αξιώματα ή αποζημιώσεις για τη μεγάλη του προσφορά. Πέρα όμως από τους επώνυμους και πλούσιους άρχοντες της εποχής εξίσου σημαντική ήταν η προσφορά των πολλών και ανώνυμων σκλαβωμένων Ελλήνων που είτε ατομικά είτε ως κοινότητες θυσίαζαν από την επιβίωση τους για τον Αγώνα.  Κάθε γρόσι, κάθε βόλι , κάθε προσφορά γεννημένη μέσα από τη στέρηση έφερνε πιο κοντά τους Έλληνες στην πολυπόθητη ελευθερία τους. Γιατί γνώριζαν καλά πως μόνο η Ελευθερία δίνει αξία στη ζωή και ήταν αποφασισμένοι ή να νικήσουν το ζυγό ή να πεθάνουν.

Έτσι από τα τέλη του 1820 και όσο πλησίαζε η ώρα του ξεσηκωμού η Φιλική ανοίγει τους κόλπους της σε νέα μέλη και ο αριθμός των μυημένων ξεπερνά τις παραμονές του Αγώνα τους δέκα χιλιάδες. Αποτέλεσμα της μαζικής αυτής κινητοποίησης ήταν η μυστική συνέλευση που έλαβε χώρα στη Βοστίτσα κοντά στο Αίγιο στις 26-30 Ιανουαρίου 1821. Εκεί μέλη της Φιλικής, κληρικοί, οπλαρχηγοί, προεστοί κλήθηκαν να ορίσουν τη μέρα έναρξης της Επανάστασης. Αφού αρχικά διατυπώθηκαν διχογνωμίες και ενστάσεις, τελικά επικράτησε η άποψη του Παπαφλέσσα για τον Μάρτη και συγκεκριμένα τη μέρα του Ευαγγελισμού.

Η ώρα της εκπλήρωσης του όρκου στη Φιλική Εταιρεία είχε φτάσει και τα ιερά λόγια που ειπώθηκαν πάνω στο Ευαγγέλιο θα μετατρέπονταν σε αγώνες για μια ελεύθερη ζωή σε μια αναστημένη πατρίδα. Όλοι μαζί και καθένας μόνος του μπροστά στο θάνατο, μπροστά στο χρέος και στη θυσία για όλα εκείνα που στηρίχτηκαν πάνω στην πίστη για μια μοίρα κοινή σε μια ελεύθερη Ελλάδα. Αγώνες υπάρχουν πάντα, είναι το ήθος του αγωνιστή που καθορίζει την αξία του αγώνα και τη σημασία της νίκης. Το δικό τους παράδειγμα πίστης, αγνού πατριωτισμού και αυτοθυσίας μας συντρέχει και μας στηρίζει ως σήμερα σε κάθε δύσκολη στιγμή που βιώνουμε ως έθνος.

Απόσπασμα από τον όρκο μύησης στην Φιλική Εταιρεία:

ΤΕΛΟΣ ΠΑΝΤΩΝ ΟΡΚΙΖΟΜΑΙ ΕΙΣ ΣΕ, Ω ΙΕΡΑ ΠΛΗΝ ΤΡΙΣΑΘΛΙΑ ΠΑΤΡΙΣ, ΟΡΚΙΖΟΜΑΙ εις τους πολυχρονίους βασάνους Σου, ορκίζομαι εις τα πικρά δάκρυα, τα οποία τόσους αιώνας έχυσαν και χύνουν τα ταλαίπωρα τέκνα Σου, εις τα ίδια μου δάκρυα, χυνόμενα κατά ταύτην την στιγμήν, και εις την μέλλουσαν ελευθερίαν των ομογενών μου, ότι αφιερώνομαι όλως εις Σε. Εις το εξής Συ θέλεις είσαι η αιτία και ο σκοπός των διαλογισμών μου. Το όνομά Σου ο οδηγός των πράξεών μου και η ευτυχία Σου η ανταμοιβή των κόπων μου.

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΣΑΜΟΥΡΗ ΒΟΡΔΟΥ

ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ-ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Το διάστημα και το περιβάλλον

Aleka Stamatiadi

Τα περί σύναψης Δανείου

Πολλές οι γνωριμίες, σπάνιες οι φιλίες