Ενώ δεν μ’ αρέσει να τοποθετούμαι δημόσια, δεν είμαι δα και κανά δημόσιο πρόσωπο, αιρετός, έχουσα αξίωμα, σύμβουλος, σταρ ελλάς βρε αδερφέ, να που έρχεται η ώρα που πρέπει να πεις τη θέση σου.
Γενικά, γράφω πολύ, γράφω σκέτα, ξινά και παγωμένα για πράγματα που γίνονται, για τους ανθρώπους και τι κάνουν. Έτσι εκλαμβάνω τη δημοσιογραφία, έτσι όπως μου την έμαθαν στο αγαπημένο τμήμα του πανεπιστημίου Αθηνών, ανάμεσα σε Ιστορία Τέχνης και Στατιστική, δίπλα σε υπολογιστές, και μέσα σε επεισόδια βίας πολλές φορές.
Μιλάω και πολύ. Αυτή είναι η δουλειά μου. Αλλιώς θα ήθελα να ‘μουν μοδίστρα.
Το να μιλάς σε ένα αποστειρωμένο περιβάλλον, με την επικοινωνία «μονόπαντη», λες και δεν απαντά κάποιος, έχει τελειώσει.
Και τι γίνεται τώρα;
Ο καθένας μπορεί να «σχολιάζει» γιατί μιλάμε και με ορολογίες facebook. Ο καθένας, η ξαδέρφη μου ετών 13, ο μπαμπάς μου ετών 51, η φίλη μου από το Λονδίνο και άλλοι βλέπουν τι γράφω καθημερινά, έχουν γνώμη και απαντούν.
Τι γίνεται όμως όταν μπορείς να γράφεις όποτε θέλεις και να γράφει όποιος θέλει, όπως θέλει, με ό, τι ό, τι όνομα θέλει;
Χάος. Εμείς βάζουμε τους κανόνες, εμείς οι ίδιοι που διαβάζουμε και γράφουμε.
Τα πράγματα είναι τόσο απλά. Κατανοητά και ευανάγνωστα. Το αντίθετο από κεφαλαία, ανορθόγραφα, ξεσπάσματα κι εκρήξεις λαϊκίστικου λόγου, άναρθρες κραυγές υπέρ «κάποιου» εξ ονόματος του οποίου μιλά «κάποιος», ανώνυμος.
Τώρα που οι εκλογές τελειώσαν, τα πάθη έσβησαν, οι νικητές ας καμαρώσουν κι οι ηττημένοι ας κλάψουν. Έτσι γίνεται.
Το θέμα είναι αν όλη αυτή η χαβούζα του «διαδικτύου» εκτιμάται από κάποια «επίσημα» αυτιά. Γιατί η «χαβούζα» νομίζει κι ότι κάτι έκανε. Ο κόσμος κάνει. Ο κόσμος μας ανεβάζει και μας κατεβάζει όλους. Μας κρίνει καθημερινά, τον σεβόμαστε, γι’ αυτόν δουλεύουμε, τον ακούμε, στα καλά και τ΄άσχημα.
Ποτέ δεν μου άρεσε η ανωνυμία. Αν έχεις κάτι να πεις, να’σαι «περήφανος» γι’ αυτό. κανείς δε θυμάται τις δηλώσεις ανωνύμων.
Κι αν έχεις «παράπονα», βγες και λύσ’ τα μόνος σου. Το έχω ξαναπεί: αν μαζευτούμε όλοι όσοι γκρινιάζουμε π.χ. για τα σκουπίδια να τα μαζέψουμε, αντί να σπαταλάμε χρόνο στο να τραβάμε φωτογραφίες, θα λύσουμε το πρόβλημα.
Και πείτε με σνόμπ. Αν γυρίσουμε στην εποχή της ντουντούκας. Κάποιος θα φωνάζει κάτι, που κανείς δεν θα καταλαβαίνει ακριβώς τι γιατί θα χάνεται στη φασαρία.
Επειδή άνοιξε μια κουβέντα ο φίλος καναλάρχης του “Megara Tv” και επειδή αισιοδοξώ ότι μπορούμε να μιλήσουμε ανοιχτά και δημοκρατικά, μπορούμε να κάνουμε μια «ημερίδα»-«εσπερίδα», διάλογο. Να προβληματιστούμε κι ας μη βγει πουθενά.
Φωνακλάδες πάντα υπάρχουν. Το θέμα είναι εσύ τι ακούς.