Η καταμαύρη μηχανή
του θανάτου, σε
χέρια μισανθρώπινων
νεαρών με μηδενικό μέλλον,
γαζώνει.
–
Το γλέντι σε φρίκη
μετατρέπει.
–
Φωνές πόνου,
Φωνές φόβου,
Φωνές απορίας,
Ουρλιαχτά
Γιατί…
–
Σμίξανε οι ανάσες,
αγκαλιασμένοι
με το αίμα
των φρεσκοχτυπημένων
σαν τελετουργικό κανιβάλλων,
το τύμπανο του ΑΚ14
ξερνάει θάνατο
ρυθμικά.
Μετά, το μέτρημα των αδικοχαμένων
και οι φωνές πατριωτισμού
και εκδίκησης.
Να κηρυχθεί πόλεμος!
Ενάντια στη φτώχεια,
ενάντια στο ιδεολογικό
μονοπώλιο της αλήθειας,
ενάντια στον ολοκληρωτισμό,
ενάντια στη μισαλλοδοξία.
–
Να βομβαρδίσουμε πρώτα
τα παιδιά τους!
Με στοργή,
με αξίες πολιτισμού,
με περίσσευμα ψυχής.
Ο Ludovic
-όπως γράφει η “Le Parisien”-
αγαπούσε να ταξιδεύει
σ’ όλο τον κόσμο, και αγαπούσε
πολύ τους ανθρώπους.
Ήταν ένας πολύ πολύ
καλός άνθρωπος.
Μπήκε μπροστά στις σφαίρες
για να προστατεύσει τις φίλες του.
Υπέκυψε.
Και ήταν έγχρωμος
στο δέρμα!