Γιάννη – Αλκιβιάδη Μιχάλαρου
Το τελευταίο χρονικό διάστημα, ολόκληρη η υφήλιος έχει να αντιμετωπίσει μία νέα πραγματικότητα, με πρωτόγνωρες και πρωτοφανείς καταστάσεις. Πανδημίες και πολέμους, ενώ οι ειδικοί μας έχουν προειδοποιήσει πως θα έρθουμε αντιμέτωποι με μία μακράς διαρκείας επισιτιστική κρίση. Αυτό όμως δε σημαίνει πως τέτοια γεγονότα δεν έχουν ξανασυμβεί, αφού όπως λέει και η φράση: «Η ιστορία επαναλαμβάνεται». Και αυτό ισχύει σε όλους τους τομείς και τις εκφάνσεις της ζωής μας. Ήδη από τον 20ο αιώνα, είχε φανεί πως θα ξεκινούσε μία δύσκολη περίοδος για την ανθρωπότητα. Αν και ήταν η εποχή η οποία έβαλε τις βάσεις για την αλματώδη εξέλιξη του κόσμου, με την τεράστια πρόοδο της ιατρικής, της τεχνολογίας, των τεχνών και άλλων επιτευγμάτων, ήταν και μία εποχή που οι «παλιές» και ξεχασμένες ασθένειες εμφανίστηκαν ξανά, με κυριότερες τη λέπρα και την ευλογιά.
Η ευλογιά, ιστορικά παγκοσμίως, συναντάται από τα αρχαία χρόνια, ενώ η λέπρα συναντάται ήδη από τον 13ο αι. μ. Χ. Η λέπρα έχει σαν χαρακτηριστικό της, τον ερεθισμό και την επιφανειακή αλλαγή του δέρματος, ενώ η ευλογιά, τα αμέτρητα σπυριά τα οποία καλύπτουν όλα τα μέρη του σώματος. Και οι δύο είναι επώδυνες, επικίνδυνες και μολυσματικές.
Κατά χώρα ή ακόμα και κατά περιοχή, μπορεί αυτές οι ασθένειες να είχαν και το ιδιαίτερο όνομά τους. Η λέπρα, είναι λέξη ελληνικής προέλευσης (λέπος/λέπι= φλούδα), ονομάζεται από τους επιστήμονες και νόσος του Χάνσεν. Η ευλογιά δε, έχει πολλές ονομασίες. Στην Αγγλία ονομάζεται «κόκκινη πανούκλα», στη Λατινική Αμερική «Variola» ή «Variola vera» και φυσικά στην Ελλάδα με το όνομα ευλογιά, αφού ο ευσεβής αλλά και συγχρόνως «αγράμματος» λαός, θεωρούσε πως κατά κάποιον τρόπο ήταν μία ευλογία να προσβληθεί κάποιος από αυτήν, καθώς πίστευαν πως επειδή ήταν τόσο επώδυνη, ήταν σαν να μαρτυρούσε για την πίστη του στο Θεό.
Οι δύο αυτές ασθένειες, εμφανίστηκαν και στα Μέγαρα, αλλά σε άγνωστη χρονική περίοδο. Όπως σε πάρα πολλές περιοχές, έτσι και στην δικιά μας, υπάρχουν αναφορές και προφορικές μαρτυρίες που αποδεικνύουν την εμφάνιση τους. Παλαιότερα οι ηλικιωμένοι, ήξεραν και μετέφεραν στους νεότερους αρκετές ιστορίες για το πως ήρθαν αυτές οι δύο αρρώστιες στην πόλη μας, χωρίς κανένας να μπορεί με βάση αυτές να προσδιορίσει το πότε, ώστε να εντοπιστούν και χρονικά με ακρίβεια. Μία προφορική παράδοση που έχει μεταφερθεί ως και σήμερα για το πως εμφανίστηκαν, αφορά περισσότερο αυτούς που πίστευαν και πιστεύουν σε προλήψεις και δεισιδαιμονίες, η οποία αναφέρει πως το 1908 «έριξε» το λοιμό μία μάγισσα που έμενε έξω από την πόλη των Μεγάρων.
Στον αντίποδα, άλλοι Μεγαρίτες, όντας ευσεβείς, συνδέουν την ονομασία του Αϊ-Γιάννη του Νηστικού με το επίθετο που του προσδίδεται και την νηστεία που επιβάλλει η ημέρα της εορτής του. Η παράδοση λέει, πως ο Θεός απέτρεψε στις 29 Αυγούστου, τους λεπρούς να φάνε κρέας, ακόμα κι αν το είχαν μεγάλη ανάγκη για την καλύτερη πορεία της υγείας τους. Η τοπική μας παράδοση, βρίθει από «γεγονότα», στα οποία εμφανίζεται ο Άγιος με διάφορους τρόπους και αυστηρά τονίζει στους πιστούς πως αυτήν την συγκεκριμένη ημέρα δεν πρέπει να φάνε κρέας. Αυτό μας θυμίζει και έναν περιηγητή που είχε επισκεφτεί τα Μέγαρα πριν από αιώνες και του είχε κάνει τόσο μεγάλη εντύπωση όταν είχε δει έναν ετοιμοθάνατο γέρο να μη θέλει να φάει ούτε αυγά, επειδή ήταν περίοδος Σαρακοστής.
Εκείνη την εποχή, οι κάτοικοι της πόλης μας, με αρκετή ψυχραιμία, αλλά και σοφία θα έλεγε κανείς, αντιμετώπισαν την δυσκολία της επιδημίας που παρουσιάστηκε. Οι Μεγαρίτες, ήταν πάντα ένας ευσεβής λαός που δε θα μπορούσε σε μία τέτοια στιγμή να μην στραφεί προς το Θεό. Έτσι, στην περιοχή του Αγίου Ιωάννου του Νηστικού, έφτιαξαν έναν χώρο με δωμάτια, ο οποίος σώζεται μέχρι και σήμερα και εκεί πήγαιναν τους ασθενείς, είτε για να είναι μακριά από την πόλη λόγω της μεταδοτικότητας, είτε γιατί όπως έλεγαν, η περιοχή είχε «καλό αέρα» και έτσι θα μπορούσαν να θεραπευτούν γρηγορότερα. Όσοι εντοπίζονταν με λέπρα στέλνονταν εκεί, γι’ αυτό και ονομάστηκε και λεπροκομείο. Το ίδιο έπρατταν και για όσους εντοπίζονταν με ευλογιά. Είναι γεγονός πως σε σχέση με την Κόρινθο και την Αθήνα είχαμε λιγότερες εξάρσεις των δύο αυτών ασθενειών, χωρίς να έχει εξακριβωθεί για ποιο λόγο, αφού πάντα είχαμε στενές επαφές και με τις δύο πόλεις.
Κατά τα διαστήματα που φιλοξενούνταν οι ασθενείς στον χώρο του λεπροκομείου στον Αϊ-Γιάννη, γνωρίζουμε πως οι συγγενείς τους,οι φίλιοι τους, ή όσοι είχαν την οικονομική δυνατότητα πήγαιναν και τους άφηναν φαγητό και άλλα χρήσιμα πράγματα λίγο πιο κάτω από τα κτίσματα και αυτοί στη συνέχεια πήγαιναν για να τα παραλάβουν. Επίσης την ημέρα της εορτής του Αγίου, γινόταν μία είδους συγκέντρωση. Ενώ οι υγιείς και οι ασθενείς βρίσκονταν σε κάποια απόσταση, εκεί στον ίδιο χώρο στήνονταν πρόχειρα μαγειρεία, όπου μαγείρευαν σε μεγάλα καζάνια, νηστήσιμο φαγητό και το μοιράζονταν όλοι μαζί. Με αυτόν τον τρόπο τους έδειχναν πως δεν τους είχαν ξεχάσει λόγω της κατάστασης τους. Τους έδειχναν πως ό, τι και συνέβαινε θα ήταν πάντα ενωμένοι.
Η εκκλησία του Αγίου Ιωάννη, ως προς την κατασκευή του, χρονολογείται τον 17ο αι. μ. Χ. και πολλοί σχετίζουν την ανέγερση της εκκλησίας με την έξαρση της λέπρα. Θεωρείται πολύ πιθανό. Αυτό μπορεί να θεωρηθεί και ως ένα ενδεικτικό στοιχείο για την πρώτη εμφάνιση της επιδημίας στην πόλη μας. Οι βάσεις των κτισμάτων βορείως της εκκλησίας, είναι φτιαγμένες από μεγάλους ογκόλιθους και «πουριά». Από τη μέση και πάνω, φαίνεται πως έχει ανακαινιστεί, γιατί οι πέτρες είναι τελείως διαφορετικές, μικρότερες και με περισσότερη προσοχή βαλμένες. Η ανακαίνιση θα πρέπει να έγινε την περίοδο 1890-1910, αφού σε συμβόλαια της τότε εποχής, η εκκλησία αναφέρεται ως Άγιος Ιωάννης ο Βλογιάρης. Άλλο ένα στοιχείο είναι, πως με βάση τους αρχαιολόγους, τότε ανακαινίστηκε και η εκκλησία, επειδή υπάρχουν νεότερα στρώματα αγιογραφιών στο εσωτερικό της. Στις υπόλοιπες περιοχές της Ελλάδας, δεν υπάρχουν επίσημες πηγές για ευλογιοκομεία, παρά μόνο για λεπροκομεία. Την ίδια εποχή (1890), στη Σάμο, οικοδομείται το λεπροκομείο του νησιού. Όσον αφορά τα υλικά τα οποία χρησιμοποιήθηκαν, ταιριάζουν απόλυτα με τα υλικά τα οποία είναι φτιαγμένα τα δικά μας κτίσματα.
Εκτός των δύο αυτών μολυσματικών ασθενειών, υπήρξε και μία τρίτη ασθένεια που «χτύπησε» τα Μέγαρα. Η οστρακιά. Από αυτή προσβάλλονταν παιδιά και ενήλικες. Σε αυτήν, παρουσιαζόταν υψηλός πυρετός, ρίγος, τάση για εμετό, εξανθήματα σε μέρη του σώματος, δυσκολία στην κατάποση κ.α. Μέσα από τα χειρόγραφα του αειμνήστου Μ. Μπεναρδή, πληροφορούμαστε πως η αρρώστια ήρθε στην πόλη το 1903-1904 και ονομαζόταν «λοιμιτσή» ή «αράπιτση ‘βλογία» (Αράπικη Ευλογιά). Παλαιότερα υπήρχε και η φράση: Του κλείσανε το σπίτι γιατί έπεσε λοιμιτσή.
Και σε αυτήν την περίπτωση δεν υπάρχουν αναφορές για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες ξεκίνησε, αν και από τον 16ο αι. υπήρχε σχεδόν σε όλη την Ευρώπη. Από την λέξη «αράπιτση», καταλαβαίνουμε πως γνώριζαν από που είχε αρχίσει να εξαπλώνεται. Πάλι από προφορικές παραδόσεις, δεν προκύπτει πως οι πάσχοντες από οστρακιά μεταφέρονταν σε κάποιον ειδικό χώρο, αλλά απ’ ότι φαίνεται, «έμπαιναν» κατά κάποιον τρόπο σε κάποιου είδους καραντίνα, όπως και σήμερα.
Δεδομένου ότι πάντα υπήρχαν αρρώστιες και πανδημίες, βλέπουμε πως οι άνθρωποι πάντα προσπαθούσαν να προστατευθούν από αυτές με κάθε τρόπο, με βάση τα μέσα που διέθετε η κάθε εποχή. Ακόμα και μία μικρή πόλη όπως τα Μέγαρα. Ιστορικά, μετά από αυτές τις πανδημίες, ακολούθησαν και πόλεμοι, όπως οι Βαλκανικοί και ο ‘Α Παγκόσμιος Πόλεμος. Έτσι και σήμερα. Πρώτα ήρθε μία πανδημία από την οποία χάθηκαν πάρα πολλές ζωές, ανέτρεψε τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων, κατέστρεψε οικονομίες και έβαλε εμπόδια στην εξέλιξη σε πολλούς τομείς.
Και τώρα, μετά την πανδημία του κορωνοϊού, ακολουθεί η ασθένεια της ευλογιάς των πιθήκων και έναν πόλεμο στην Ουκρανία που βρίσκετε σε εξέλιξη και που δεν ξέρουμε πως και που θα καταλήξει και σε τι κατάσταση θα βρεθεί η ανθρωπότητα όταν αυτός θα τελειώσει.
Επειδή ο άνθρωπος σε πολλές τέτοιες καταστάσεις είναι πολύ αδύναμος για να τις νικήσει, αυτό που θα ήταν σωστότερο να κάνει, είναι να παραδειγματιστεί από τους παλαιότερους όπου τα μέσα ήταν λιγότερα ή ακόμα και μηδαμινά, παρ’ όλα αυτά οι άνθρωποι τα ξεπέρασαν με επιτυχία. Και ειδικά στα Μέγαρα που με τόσο σεβασμό και παράκληση προς τα Θεία προσπάθησαν να θεραπεύσουν τους συντοπίτες τους. Και προπάντων, ήταν όλοι ενωμένοι, ένα βασικό στοιχείο για να προοδεύσει η κοινωνία μας.