«Να παρέμβει η Μητρόπολη» αναφέρει η νομικός Σωτηρία Κουκούλη
Ένα από τα παράδοξα του Κτηματολογίου που προβληματίζει και ταλαιπωρεί συμπολίτες μας ιδιοκτήτες είναι ότι σύμφωνα με προηγούμενους τίτλους, οικόπεδα και σπίτια 107 ιδιοκτητών στην περιοχή του Προφήτη Ηλία περιέρχονται στην κυριότητα της Ιεράς Μονής Αγίου Ιεροθέου Μεγάρων.
«Ας παρέμβει η Μητρόπολη Μεγάρων προκειμένου να σταματήσει εδώ αυτή η άδικη συμπεριφορά του Δημοσίου και να μη χρειαστεί να προσφύγουν στη δικαιοσύνη οι ιδιοκτήτες για να αποδείξουν τα αυτονόητα, προτείνει η νομικός Σωτηρία Κουκούλη, που αναλυτικότερα εξηγεί ότι:
Από την έκθεση του Ελληνικού Κτηματολογίου σχετικά με τη διεκδίκηση από το Δημόσιο 107 ιδιοκτησιών συμπολιτών μας που βρίσκονται στο λόφο του Προφήτη Ηλία, ΕΝΤΟΣ του εγκεκριμένου από το 1958 ρυμοτομικού σχεδίου της πόλης των Μεγάρων (όχι στα Κουρκούρια) και διαθέτουν τίτλους ιδιοκτησίας τουλάχιστον 100 ετών
«Επειδή:
1) τα προαναφερθέντα επηρεαζόμενα γεωτεμάχια εμπίπτουν εντός του πολυγώνου που εμφαίνεται στο από 02/1977 τοπογραφικό διάγραμμα του τοπογράφου μηχανικού Κωνσταντίνου Φωτόπουλου και διεκδικούνται κατά κυριότητα από το Ελληνικό Δημόσιο- Κτηματική Υπηρεσία Πειραιά- Νήσων και Δυτικής Αττικής ως δημόσια κτήματα σύμφωνα με το Β.Κ. (Α/Α 941- 976),
2)Επειδή τα ως άνω γεωτεμάχια καταχωρήθηκαν στα βιβλία καταγραφής, ως δημόσια κτήματα ιδιοκτησίας της διαλελυμμένης Ιεράς Μονής Αγίου Ιερόθεου, δεδομένου ότι σύμφωνα με το Β.Δ. 25/9/1833 περί διάλυσης Μονών του Αντιβασιλέα Οθωνα οι Mονές που αριθμούσαν λιγότερους από πέντε μοναχούς έπρεπε να κλείσουν και να συγκεντρωθούν οι μοναχοί στις Mονές που αριθμούσαν περισσότερους των πέντε μοναχούς?. Κατόπιν τούτου η Ιερά Μονή Αγίου Ιερόθεου συγχωνεύτηκε με την Ιερά Μονή Φανερωμένης Σαλαμίνος. Στη συνέχεια στο άρθρο δε 1§3 του α.ν. 1539/1938 “περί προστασίας των δημοσίων κτημάτων” προβλέφθηκε ότι “ως ακίνητα του Δημοσίου … νοούνται και τα ακίνητα των διαλελυμένων I. Μονών, τα περιελθόντα και ανήκοντα εισέτι στο Παλαιόν Εκκληστιαστικόν Ταμείον”.
Από τις συνδυασμένες διατάξεις α) του δ/γματος της 4-12-1834 “περί της ιδιοκτησίας των εν τοις μοναστηρίοις 25-8-1835 “περί των εν Βασιλείω μοναστηριών”, γ) του δ/γματος της 26-4-1834 “περί ιδιόκτητων
20-5-1836 “περί των εκκλησιαστικών κτημάτων”, ε) του δ/γματος της 13-7-1838 και στ) του
εκκλησιαστικών εισοδημάτων εις την επί των Οικονομικών Γραμματεία” προκύπτει ότι, από τα κτήματα των διαλυθεισών μονών ιδρύθηκε νέο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, το Παλαιόν Εκκλησιαστικόν Ταμείον-ΠΕΓ, στο οποίο μεταβιβάστηκε όλη η περιουσία τους και του οποίου (ΠΕΤ) μόνο η διαχείριση, κατά το άρθρο 5 του από 29-4-1843 δ/τος, ανατέθηκε στον Υπουργό Οικονομικών, ο οποίος το εκπροσωπούσε δικαστικά και εξώδικα.
Το γεγονός ότι την ακίνητη περιουσία της διαλυθείσας Μονής του Αγ. Ιερόθεου διαχειριζόταν το Ελληνικό Δημόσιο, τo οποίο ήταν και εκπρόσωπος του Παλαιού Εκκλησιαστικού Ταμείου, οδήγησε στην συγχώνευση των ακινήτων των διαλελυμένων μονών με τα ακίνητα που ανήκαν στο Ελληνικό Δημόσιο, υπό την έννοια ότι το τελευταίο, μέσω των αρμόδιων υπηρεσιών του, διαχειριζόταν ενιαία τα εκκλησιαστικά και δημόσια κτήματα χρησιμοποιώντας χωρίς διάκριση αμφότερες τις ονομασίες. Για το λόγο αυτό και στον πίνακα των εθνικών κτημάτων του Υπουργείου Οικονομικών καταγράφονται ενιαία, χωρίς να γίνεται αναφορά ποια από αυτά ανήκουν στην εκκλησιαστική περιουσία και ποια αποτελούν δημόσια κτήματα.
Στη συνέχεια, με το ΦΕΚ 28Α/31.1.1933 ανασυστάθηκε η Ι .Μονή Θεοτόκου Κυπαριωτίσσης και Αγίου Ιερόθεου, αποσπώμενη από την Ι. Μονή Φανερωμένης Σαλαμίνας με την οποία είχε συγχωνευθεί.
Επειδή σύμφωνα με το άρθρο 51 παρ. 2 του Ν.4301/2014 Ναοί και περιουσίες διαλελυμένων ή διαλυομένων Μονών παραμένουν στην κυριότητα του νομικού προσώπου της οικείας Ιεράς Μητροπόλεως ή περιέρχονται αυτοδίκαια, σε περίπτωση συγχωνεύσεώς τους με άλλη Μονή, στην κυρία Μονή ή, σε περίπτωση ανασυστάσεως, στην ανασυνιστωμένη Μονή. Στην περίπτωση των διαλελυμένων ή διαλυομένων Μονών ο επιχώριος Μητροπολίτης συντάσσει έκθεση απογραφής για την ακίνητη περιουσία και εκ τούτου παρέπεται οτι, επικειμένης της ανασυστάσεως διαλελυμένης Μονής, δεν απαιτείται πλέον συμβολαιογραφική υπόσχεση δωρεάς της Ι. Μητρόπολης ή της κυρίαρχης Ι.Μονής (εφόσον η διαλελυμένη Μονή είχε γίνει μετόχιό της) περί επιστροφής της μοναστηριακής περιουσίας προς το ανασυσταθησόμενο νομικό πρόσωπο της Ι.Μονής.
Επειδή αυτοδικαίως, συγχρόνως με την ανασύσταση, η ανασυνιστώμενη Μονή ανακτά την περιουσία της και η έκθεση απογραφής απλώς διαπιστώνει και καταγράφει την μοναστηριακή περιουσία, διότι η μεταβίβαση επέρχεται με την ανασύσταση».
Αφήνω στην κρίση κάθε έμφρονα πολίτη την απευκταία (και κατά τη γνώμη μου μηδαμινή) πιθανότητα τα οικόπεδα και τα σπίτια 107 συμπολιτών μας να περιέλθουν στην κυριότητα της μονής Αγίου Ιεροθέου, που οι Μεγαρίτες από το 1933 έχουν αγκαλιάσει και στηρίζουν με κάθε τρόπο (πρωτίστως οικονομικά) χωρίς μάλιστα η μονή να διαθέτει τίτλους ιδιοκτησίας.
Ας παρέμβει η Μητρόπολη Μεγάρων προκειμένου να σταματήσει εδώ αυτή η άδικη συμπεριφορά του Δημοσίου και να μη χρειαστεί να προσφύγουν στη δικαιοσύνη οι ιδιοκτήτες για να αποδείξουν τα αυτονόητα».